Site icon Geopolitical Cyprus

GeoInsight: Όταν το ΑΚΡ συνεχίζει να δουλεύει τη Δύση

Advertisements

Πριν από μερικές μέρες ο Μπουρχανετίν Ντουράν (Burhanettin Duran) έγραψε ένα ενδιαφέρον άρθρο στη φιλοκυβερνητική τουρκική εφημερίδα Daily Sabah με τον τίτλο «Γιατί ο Βλαδιμήρ Πούτιν επαινεί τον Τούρκο Πρόεδρο». Ο Ντουράν ουσιαστικά αποπειράται να αντικρούσει τα αφηγήματα που κυριαρχούν στον διεθνή τύπο που θέλουν την Τουρκία να έχει προβληματικές σχέσεις τόσο με τις ΗΠΑ (βλ. π.χ. την δοκιμή των πυραύλων S-400) όσο και με τη Ρωσία (βλ. π.χ. στενότερες σχέσεις Τουρκίας-Ουκρανίας και εμπλοκή Άγκυρας στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ).

Ορθά ο Ντουράν υπογραμμίζει ότι παρά τις εντάσεις στις σχέσεις της Τουρκίας με τις δύο αυτές μεγάλες δυνάμεις, δεν αποκλείονται και οι ευκαιρίες συνεργασίας. Αναφέρεται βεβαίως στη «διαμερισματοποίηση» των τομέων της εξωτερικής πολιτικής που αναλύουμε εδώ και χρόνια. Επιπλέον, ερμηνεύει την πλήρως αναθεωρητική εξωτερική πολιτική που ακολούθησε η Τουρκία μετά την αποτυχημένη προσπάθεια πραξικοπήματος του 2016 ως μια «φρέσκια και δυναμική πολιτική» που προκρίνει την «περιορισμένη χρήση σκληρής ισχύος», και «εξόχως πραγματιστική και ευέλικτη». Θεωρεί ότι αυτή η πολιτική επέτρεψε στην Άγκυρα να τοποθετήσει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ και την Ρωσία σε νέες βάσεις, ενώ υποστηρίζει πως ο Πούτιν «εκτιμά» αυτή τη νέα σχέση αναφέροντας τα πρόσφατα «κομπλιμέντα» του Πούτιν ότι η Τουρκία ακολουθεί μια ανεξάρτητη πολιτική παρά τις εξωτερικές πιέσεις.

Το αν όντως η Τουρκία κατάφερε τα ανωτέρω είναι μια άλλη μεγάλη συζήτηση που δεν είναι του παρόντος. Πάντως, ο Ντουράν χρησιμοποιεί αυτή τη λογική για να επιχειρηματολογήσει πως οι Δυτικοί ηγέτες πρέπει να μάθουν από την προσέγγιση της Ρωσίας. Όπως, λέει, η άρνηση της Τουρκίας να αναγνωρίσει την προσάρτηση της Κριμαίας και ο ανταγωνισμός της με την Ρωσία στην Λιβύη, στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και αλλού δεν μπορούν να θεωρηθούν «αντι-ρωσικές» κινήσεις, έτσι ούτε η τουρκική απόφαση για αγορά των S-400 πρέπει να θεωρηθεί ως «σημάδι εναντίωσης στη Δύση ή το ΝΑΤΟ». Μάλιστα ο Ντουράν αναφέρεται στις διαφορές της Τουρκίας με τη Ρωσία για να καταδείξει ότι η πρώτη ενδιαφέρεται να παραμείνει μέρος της δυτικής συμμαχίας επαναπροσδιορίζοντας, ωστόσο, τις σχέσεις της με τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και την ΕΕ.

Βεβαίως, το πιο σημαντικό μήνυμα ο Ντουράν το στέλνει στο τέλος του άρθρου. Αναφερόμενος στα σενάρια έκβασης των αμερικανικών εκλογών δίνει έμφαση στην πιθανότητα εκλογής του Τζο Μπάιντεν λέγοντας ότι με την εκλογή του οι ΗΠΑ θα αποκτήσουν ένα νέο παγκόσμιο ρόλο αναθεωρώντας τις σχέσεις τους με την Ευρώπη, την Κίνα και τη Ρωσία. Ταυτόχρονα, προσπαθεί να αντικρούσει το δημοφιλές επιχείρημα στον διεθνή Τύπο ότι η εκλογή Μπάιντεν θα ήταν κακά νέα για την Τουρκία λέγοντας ότι η πολιτική των Δημοκρατικών θα μπορούσε κάλλιστα να δημιουργήσει συνθήκες νέας συνεργασίας Τουρκίας-ΗΠΑ. Όπως γράφει χαρακτηριστικά, «Ακόμα και το θέμα των S-400 δεν θα μεταφραστεί κατ’ ανάγκη σε αμερικανικές κυρώσεις στους αρχικούς μήνες της ενδεχόμενης προεδρίας». Υποστηρίζει πως οι Μπάιντεν και Ερντογάν γνωρίζονται καλά και ότι θα υπάρχει περιθώριο μια νέα ισορροπία στις σχέσεις των δύο χωρών προκειμένου αυτές να διαμερισματοποιηθούν. Δηλαδή να διαχωριστούν τα σημεία έντασης από τα σημεία συνεργασίας, χωρίς τα πρώτα να επηρεάζουν τα δεύτερα.

Το άρθρο κλείνει με τα ενδιαφέροντα ερωτήματα: «Γιατί επαίνεσε ο Πούτιν τον Ερντογάν; Περίμενε μήπως μελλοντικές εντάσεις μεταξύ Ρωσίας και ΗΠΑ». Ο Ντουράν αφήνει να νοηθεί ότι η εκλογή Μπάιντεν ίσως δημιουργήσει τριγμούς στις σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας και, κατ’ επέκταση, να ευνοεί την επαναπροσέγγιση Τουρκίας-ΗΠΑ – με τους πιο πάνω όρους.

Ποιος είναι ο Ντουράν;

Μέχρι εδώ το άρθρο θα ήταν απλώς ενδιαφέρον ως μια τουρκική άποψη. Ποιος είναι όμως ο Μπουρχανετίν Ντουράν και ποιες οι πραγματικές προεκτάσεις της διεθνοπολιτικής σοφιστείας που προβάλλει;

Ο Ντουράν λοιπόν είναι πανεπιστημιακός διεθνολόγος ειδικός σε θέματα πολιτικού Ισλάμ, ισλαμικής σκέψης, τουρκικής εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Από το 2013 διορίστηκε ως γενικός διευθυντής της φιλοκυβερνητικής/φιλο-ΑΚΡ δεξαμενής σκέψης SETA στο παράρτημα της Κωνσταντινούπολης, και από το 2018 διατελεί και σύμβουλος του Τούρκου προέδρου ως μέλος του Συμβουλίου για τις Εξωτερικές Πολιτικές και Πολιτικές Ασφάλειας της τουρκικής προεδρίας. Το δε άρθρο, όπως αναφέραμε, δημοσιεύτηκε στην συντηρητική φιλο-κυβερνητική εφημερίδα Daily Sabah όπου αρθρογραφεί συστηματικά. Όσο για το SETA, αξίζει να σημειωθεί – μεταξύ άλλων – ότι το 2019 δημοσίευσε έκθεση για τα ξένα ΜΜΕ στην Τουρκία που παρέθετε λεπτομερείς πληροφορίες για ξένους ρεπόρτερ στην Τουρκία. Η έκθεση κατηγορήθηκε ότι ήταν μέρος της κυβερνητικής πολιτικής για στοχοποίηση των ανεξάρτητων ΜΜΕ. Εξ άλλου οι διασυνδέσεις του SETA με το AKP και ο ρόλος του είναι πολύ γνωστά. Όταν το 2013 πήγα να πάρω συνεντεύξεις για την έρευνά μου σχετικά με την πολιτική του ΑΚΡ σε άλλη δεξαμενή σκέψης στην Άγκυρα, μου είπαν γελώντας και χαρακτηριστικά «αν θέλεις να μάθεις για το ΑΚΡ, τί κάνεις εδώ; Πήγαινε στο SETA».

Πέρα όμως από τα πιο πάνω, ο Ντουράν βρίσκεται μεταξύ αυτών που πιστεύουν ότι η στροφή του ΑΚΡ στον ευρωπαϊσμό και το αφήγημα που υιοθετήθηκε από το κόμμα μετά την εκλογή του το 2002 υπέρ της ΕΕ και της Δύσης γενικότερα αποδυνάμωσε το ισλαμικό αφήγημα του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ. Και παρότι αντιλαμβανόταν πως η φιλο-δυτική στροφή του ΑΚΡ έγινε για καθαρά τακτικιστικούς σκοπούς που είχαν να κάνουν με τον κατευνασμό και τη σταδιακή-στρατηγική αποσύνθεση του κεμαλικού κατεστημένου αλλά και το φλερτ με τη Δύση, θεωρούσε πως αυτή η προσέγγιση νόθευσε την ταυτότητα του πολιτικού Ισλάμ. Όλα αυτά βεβαίως πριν από 10 με 15 χρόνια. Θα μπορούσε να πει κανείς πως σήμερα δεν πρέπει να έχει παράπονο. Η κυβέρνηση Ερντογάν πάλεψε σκληρά για να αντιστρέψει αυτά τα «λάθη».

Ποιες οι προεκτάσεις

Τί έχουμε λοιπόν σε αυτή την περίπτωση; Ό,τι είχαμε και στην περίπτωση του Νταβούτογλου, του Ερντογάν και πολλών άλλων προσωπικοτήτων (όχι όλων) του ΑΚΡ που ανήκουν στο Κίνημα της Εθνικής Άποψης του Νετζμετιν Ερμπακάν, ή εμπίπτουν στη σφαίρα του σχετικού ιδεολογήματος. Δεν είναι δηλαδή θέμα ενός ατόμου αλλά ενός ιστορικού κινήματος, εξ ου και διαφωνώ με την άποψη ότι ο Νταβούτογλου ήταν ο «πατέρας της εξωτερικής πολιτικής του ΑΚΡ» κ.α. – ήταν απλώς αυτός που αποτύπωσε το όραμα του κινήματός του καλύτερα (βλ. επίσης εδώ).

Έχουμε λοιπόν το παράδοξο ενός οξιτενταλιστή (occidentalist) που ενώ φέρει συγκεκριμένες αρνητικές εικόνες/πιστεύω για τη Δύση και τον ιστορικό-ιδεολογικό ρόλο που η Τουρκία πρέπει να έχει απέναντι σε αυτή, προσπαθεί να πείσει τους δυτικούς να αφήσουν κατά μέρος τις διαφορές τους μαζί της και να εστιάσουν στους τομείς συνεργασίας. Το 2016 με επίκεντρο το θέμα του συριακού και τη μεσανατολική πολιτική της Τουρκίας έγραφα τα εξής:

Σκοπός της Άγκυρας είναι η ευθυγράμμιση του Δυτικού στρατοπέδου με τους δικούς της στρατηγικούς στόχους […] Άρα, παραδόξως, ο αντι-Δυτικισμός, ο αναθεωρητισμός και γενικά ο «τρίτος πόλος» της Τουρκίας περνά μέσα από την ίδια την Δύση. Είναι αναγκαίο οι βασικοί δρώντες της τελευταίας να αντιληφθούν έστω και με καθυστέρηση το τι πραγματικά συμβαίνει και να λάβουν τα δικά τους μέτρα.

Από τότε, όχι μόνο η Δύση δεν έλαβε τα απαραίτητα μέτρα αλλά υπήρξε ανοχική απέναντι στην τουρκική πολιτική λόγω του ιστορικού διλήμματος που αντιμετωπίζει σε αυτήν. Ωστόσο το de facto αποτέλεσμα είναι να συμβαίνει – σε μεγάλο βαθμό – ακριβώς αυτό που περιγράφει ο Ντουράν. Δηλαδή, τόσο στις αμερικανο-τουρκικές σχέσεις όσο και στις ευρω-τουρκικές, οι τομείς σύγκλισης και απόκλισης να διαμερισματοποιούνται. Μέχρι ένα σημείο αυτό είναι κατανοητό. Ζούμε εξ άλλου σε ένα κόσμο με συμφέροντα που πρέπει να εξυπηρετηθούν – δυστυχώς, συνήθως χωρίς να προσμετράται το τι είναι δίκαιο. Όταν όμως η διαμερισματοποίηση καταλήγει να είναι «λευκή επιταγή» τότε η επιλογή γίνεται σε κόστος της υψηλής στρατηγικής και των μακροπρόθεσμων συμφερόντων. H Τουρκία δε θα εγκαταλείψει τη Δύση, διότι η Δύση – οι σχέσεις, οι θεσμοί και η ανοχή της – είναι εξόχως σημαντική ως όχημα για την προώθηση του δικού της αναθεωρητισμού.

Με άλλα λόγια, ο Ντουράν ζητά από τις ΗΠΑ να συνεχίσουν να κάνουν αυτό που έκαναν μέχρι τώρα με κάποιες εξαιρέσεις – και μετά την ενδεχόμενη εκλογή Μπάιντεν – με τη διαφορά ότι κάθε χρόνος που περνά η Τουρκία δεν γίνεται απλώς μια χώρα με πιο «ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική». Καθίσταται μια χώρα πιο αναθεωρητική και επεκτατική. Που παράγει αστάθεια, ανασφάλεια και υιοθετεί τακτικές ανατροπής του γεωπολιτικού status quo σε πολλαπλές υπο-περιφέρειες. Η αποδοχή της τουρκικής πρόσκλησης δια γραφής Ντουράν από τους Αμερικανούς μπορεί να γίνει μόνο εάν η μνήμη τους είναι εξαιρετικά κοντή ή εάν όντως μιλάμε για μια παρηκμασμένη και εν πολλοίς περιορισμένη υπερδύναμη.

Του Ζήνωνα Τζιάρρα

Exit mobile version