Η ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Τζο Μάιντεν βρίσκει τη χώρα σε μια περίοδο εσωτερικής αστάθειας και εξωτερικών προκλήσεων.
Εσωτερική Πολιτική
Ανάμεσα στα κυριότερα προβλήματα που η νέα κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει στο εσωτερικό βρίσκεται η πανδημία του Covid-19 που, με περισσότερους από 400 χιλιάδες νεκρούς μέχρι στιγμής, φαίνεται να είναι πρώτη στην ατζέντα. Μια από τις πρώτες κινήσεις του Μπάιντεν ήταν η υπογραφή διατάγματος που καθιστά τη χρήση μάσκας και κοινωνικής αποστασιοποίησης σε ομοσπονδιακές περιουσίες απαραραίτητες. Έμφαση επίσης θα δώσει σε ευάλωτες κοινότητες, ενώ θα διορίσει συντονιστή για τη διαχείριση της πανδημίας που θα ενημερώνει άμεσα τον πρόεδρο. Επιπλέον, έχει προτείνει στο Κονγρέσσο την έγκριση κονδυλιού ύψους 1.9 τρις εκ. δολαρίων για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας.
Αλλά εσωτερικά ζητήματα που ξεχωρίζουν είναι η οικονομία που σαφώς συνδέεται και με την πανδημία, το μεταναστευτικό στο οποίο ο Ντόλαντ Τραμπ είχε μια πολύ διαφορετική προσέγγιση, καθώς και η πολιτική-ιδεολογική και φυλετική πόλωση μέσα στην κοινωνία. Μέσα στα πλάνα του Μπάιντεν βρίσκεται η υπογραφή διατάγματος για την άρση της απαγόρευσης εισόδου μουσουλμάνων πολιτών στις ΗΠΑ από διάφορες μουσουλμανικές χώρες που είχε εφαρμόσει ο Τραμπ. Κρίσιμης σημασίας θα είναι η πρόκληση της γεφύρωσης του κοινωνικού χάσματος που δημιούργησε η προηγούμενη διακυβέρνηση, και η καλλιέργεια ενός πνεύματος ενότητας. Από αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό και η αποτελεσματικότητα της νέας κυβέρνησης και σε άλλους τομείς.
Εξωτερική Πολιτική
Στην εξωτερική πολιτική, η κυβέρνηση Μπάιντεν θα επιδιώξει να επαναφέρει κάποιες αρχές όπως η πολυμέρεια, η διαμεσολάβηση, η υποστήριξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας, και η επικοδομητική διπλωματία. Ήδη ο νέος πρόεδρος έχει υπογράψει διάταγμα για την επιστροφή των ΗΠΑ στη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή. Παράλληλα έχει κάνει νύξεις για μια νέα προσπάθεια αναφορικά με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Υπενθυμίζεται ότι η συμφωνία P5+1 που επιτεύχθηκε επί κυβέρνησης Μπαράκ Ομπάμα το 2015 με το Ιράν κατέστη κενό γράμμα όταν αποχώρησε από αυτή η κυβέρνηση Τραμπ. Νέες πρωτοβουλίες αναμένεται να προκύψουν και στο θέμα του Παλαιστινιακού αν και οι καθ’ ύλην αρμόδιοι της νέας κυβέρνησης δεν είναι ιδιαίτερα αισιόδοξοι.
Για την αμερικανική εξωτερική πολιτική και ιδιαίτερα στα μέτωπα της Μέσης Ανατολής και του Καυκάσου, η Τουρκία παραμένει ένας σημαντικός δρώντας τον οποίο οι ΗΠΑ θα θελήσουν να διατηρήσουν κοντά τους, όχι όμως με κάθε κόστος. Έναντι της Άγκυρας ο Μπάιντεν αναμένεται να είναι λιγότερο ανοχικός. Αντιλαμβανόμενος όμως την ανάγκη που οι ΗΠΑ έχουν την Τουρκία για την επίτευξη των στόχων τους, ενδέχεται να επιδιώξουν μια ισορροπία. Δεδομένου ότι για τον Μπάιντεν η άντιμετώπιση της Ρωσίας αποτελεί ένα από τους πρωταρχικούς στόχους εξωτερικής πολιτικής (αλλά και εσωτερικής πολιτικής σε ό,τι αφορά τη διείσδυση ρωσικής επιρροής στις ΗΠΑ), η επανατοποθέτηση των τουρκο-αμερικανών σχέσεων σε νέα, επικοδομητική βάση και η απομάκρυνση της Άγκυρας από τη Μόσχα θα είναι καίριας σημασίας.
Αυτή η προέγγιση σχετίζεται εμμέσως τόσο με τη προσπάθεια βελτίωσης των αμερικανο-ευρωπαϊκών σχέσεων που θα επιδιώξει η κυβέρνηση Μπάιντεν όσο και και με τη νέα έμφαση που θα δώσει στο ΝΑΤΟ. Για τις ΗΠΑ και τη νέα κυβέρνηση η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΝΑΤΟ αλλά και η Τουρκία ανήκουν – ή πρέπει να ανήκουν – στο ίδιο σύστημα ασφάλειας με τη Ουάσινγκτον επικεφαλής. Αν και η επαναφορά αυτού του ηγετικού-ηγεμονικού ρόλου βρίσκεται στην ατζέντα του Μπάιντεν, η επιτυχία δεν είναι καθόλου βέβαιη καθώς τόσο στην ΕΕ αλλά και στη Μέση Ανατολή έχουν αναπτυχθεί δυναμικές που αμφισβητούν την αμερικανική πρωτοκαθεδρία και προκρίνουν ένα νέο ισοζύγιο δυνάμεων.
Ανατολική Μεσόγειος και Κυπριακό
Στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και τη Μέση Ανατολή, περιοχές για τις οποίες οι ΗΠΑ δεν έχασαν ποτέ το ενδιαφέρον τους, η κυβέρνηση Μπάιντεν θα συνεχίσει την προσέγγιση των δύο προκάτοχών του: την εύρεση φιλο-δυτικών εταίρων και την προώθηση φιλο-δυτικών δικτύων συνεργασίας (βλ. π.χ. τριμερείς και επαναπροσέγγιση Ισραήλ-Αραβικού Κόσμου) που θα ευνοούν τα αμερικανικά συμφέροντα σε σχέση με την αντιμετώπιση των «κακόβουλων επιρροών» της Κίνας, της Ρωσίας και του Ιράν. Η Κύπρος εμπίπτει σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερα ανφορικά με τη Ρωσία.
Το Κυπριακό δεν αναμένεται να βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα της νέας αμερικανικής κυβέρνησης. Ούτε αναμένεται ότι ο Μπάιντεν θα παίξει καταλυτικό ρόλο προς την επίτευξη συμφωνίας στο Κυπριακό. Ενδέχεται να ενθαρρύνει ή ακόμα και να σπρώξει προς περισσότερο διάλογο, αλλά όχι να καθορίσει το περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων και τις πρόσφατες συζητήσεις για το πλαίσιο λύσης του Κυπριακού. Ειδικά σε μια περίοδο όπου το διπλωματικό κεφάλαιο και οι μοχλοί πίεσης των ΗΠΑ εξαντλούνται σε μεγάλο βαθμό στη διαχείριση των πολλαπλών προβλημάτων με την Τουρκία. Περισσότερα εξαρτώνται από τους άμεσα εμπλεκόμενους παίκτες, δηλαδή τις δύο κοινότητες και τις εγγυήτριες δυνάμεις (με προεξέχουσα την Τουρκία).
Του Ζήνωνα Τζιάρρα
Σχόλια που δόθηκαν για ρεπορτάζ του Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων.
Δείτε επίσης σχετικά: