Το αφόρητο πρέσινγκ στη Λευκωσία

Το γαλλικό αεροπλανοφόρο «Σαρλ ντε Γκωλ» μπορεί να γεμίζει μια ολόκληρη προβλήτα στο λιμάνι της Λεμεσού, αν ανοιχτεί ωστόσο κάποιος στη θάλασσα πέραν αυτής, συμπεραίνει πως η Τουρκία προχωράει κανονικά με την ακύρωση του ενεργειακού προγράμματος της Κυπριακής Δημοκρατίας –αφετηρίας για ένα comeback στην Ανατολική Μεσόγειο –πέραν των αφηγημάτων περί «απομόνωσής της» ή «στρατηγικής υπερεξάπλωσης» εξαιτίας της εμπλοκής της στα μέτωπα της Συρίας και της Λιβύης.

Ισχυρά μηνύματα

Στην αίθουσα «Grande Ballroom» της Μεγάλης Βρετανίας στην Αθήνα, την περασμένη εβδομάδα, ακούστηκαν πολλά κι ενδιαφέροντα σε μια εκδήλωση που οργάνωσε η πρώην επίτροπος Άννα Διαμαντοπούλου. Η Ανατολική Μεσόγειος τέθηκε στο επίκεντρο των συζητήσεων, στην παρουσία όλων σχεδόν των ξένων πρέσβεων. Φυσικά αυτό που ξεχώρισε ήταν η παρουσία του, λαλίστατου επικοινωνιακά, Αμερικανού πρέσβη στην Αθήνα, Τζέφρι Πάιατ, ο οποίος επιβεβαίωσε την αμερικανική οπτική στα γεωπολιτικά ζητήματα ενέργειας στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο: Τον μη αποκλεισμό της Τουρκίας και την πρόσκλησή της στο υπό διαμόρφωση EastMed Gas Forum. Μια πολιτική προσέγγιση που, όπως επισημαίνουν στον «Π» έμπειροι παρατηρητές, πηγαίνει πίσω στην προηγούμενη αμερικανική κυβέρνηση και στην αντίληψη που προώθησε στην περιοχή τη διετία 2015-2017 ο Άμος Χοκστάιν. Στην ίδια εκδήλωση του «Δικτύου» της κ. Διαμαντοπούλου, ο Τούρκος πρέσβης στην Αθήνα –διπλωμάτης που χαρακτηρίζεται από έμπειρους κύκλους ως ικανότατος- υπενθύμισε ότι η Άγκυρα δεν θα υπαναχωρήσει από τους στρατηγικούς της στόχους στην περιοχή, ρίχνοντας μάλιστα στο τραπέζι μια εύστοχη, όπως τη χαρακτήρισαν διπλωματικοί κύκλοι, παρατήρηση: «Πως καλές οι τριμερείς στην περιοχή, αλλά Τουρκία, Ισραήλ και ΗΠΑ ανήκουν στο τριμερές σχήμα μη κύρωσης της συμφωνίας UNCLOS για το Δίκαιο της Θάλασσας».

Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί πως η δήλωση Πάιατ μπορεί έτυχε «χλιαρής» υποδοχής από διάφορους, δεδομένου ότι προ εβδομάδων ο ίδιος δήλωνε πως «σχετικά με τη συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Τουρκίας και μέρος των αρχών της Λιβύης, ξεκαθάρισα τον Δεκέμβριο τη νομική ερμηνεία του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ότι τα νησιά – περιλαμβανομένων των μεγάλων νησιών όπως η Κρήτη, έχουν τα ίδια δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες με τις ηπειρωτικές περιοχές», όταν είχε ερωτηθεί για την Λιβύη. Μια δήλωση που, ιδίως στα ελλαδικά ΜΜΕ, έτυχε διθυραμβική υποδοχή. Καλά ενημερωμένες πηγές πάντως κάνουν λόγο για μια αμφισημία εδώ: το σημείο του λεκτικού, «όπως η Κρήτη». «Σημεία όπως το Καστελόριζο;», εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς, γιατί δεν συμπεριλήφθηκαν στη δήλωση του πολύπειρου Αμερικανού διπλωμάτη.

Σε μια άλλη εκδήλωση πάντως στην Αθήνα, αυτή τη φορά από τη δεξαμενή σκέψης του ΕΛΙΑΜΕΠ, δύο πρώην Έλληνες υπουργοί Εξωτερικών και κορυφαία στελέχη στους χώρους τους, η Ντόρα Μπακογιάννη και ο Γιώργος Παπανδρέου, στάθηκαν στην προοπτική του διαλόγου –ως μέσου διαχείρισης των τουρκικών προκλήσεων- μέσω της προσφυγής στη Χάγη. Εξέλιξη που κατέδειξε και τις δυσκολίες και μια ρεαλιστική αντιμετώπιση μιας τέτοιας προοπτικής, για την Ελλάδα, σε μια περίοδο που καλλιεργείται το κλίμα «θα πάμε στη Χάγη και θα είναι περίπατος».

Πίεση στη Λευκωσία

Παρά την επίδειξη δύναμης από το Παρίσι στην περιοχή και τις κινήσεις που προωθεί διπλωματικά η Λευκωσία προς κάθε κατεύθυνση, ο επόμενος μήνας κρίνεται ιδιαίτερα σημαντικός για το ενδεχόμενο παγίωσης μιας κατάστασης διχοτόμησης στνη Κύπρο. Η Τουρκία ξεκαθάρισε, με την αγορά τρίτου γεωτρύπανου πλέον, πως δεν σταματήσει τις έκνομες ενέργειές της στην κυπριακή ΑΟΖ, ενώ μια κάθοδος τουρκικού γεωτρύπανου σε περιοχή κοντά στο Καστελόριζο, ή χειρότερα, νοτίως της Κρήτης, θα μπορούσε να οδηγήσει σε σειρά κλιμακώσεων που θα πακετοποιούσαν ελληνοτουρκικά και Κυπριακό, εξέλιξη που παραδοσιακά δεν προκαλεί αισιοδοξία σε Αθήνα και Λευκωσία. Η κάθοδος της Total κρίνει επίσης σε μεγάλο βαθμό τη συνέχιση του ενεργειακού προγράμματος της ΚΔ –εξέλιξη που ακόμη και χωρίς ένα worst case scenario παρεμπόδισής της γαλλικής εταιρείας συντείνει στη λογική τού να υπάρχουν, ταυτόχρονα, εντός της κυπριακής ΑΟΖ, μια νόμιμη (de jure) και μια έκνομη (de facto) γεώτρηση, διχοτομώντας ουσιαστικά και τον θαλάσσιο χώρο.

Σε αυτά πρέπει να προστεθεί φυσικά η επόμενη ημέρα των «εκλογών» στα κατεχόμενα και οι εξελίξεις στο Βαρώσι– με αυτά που προκύπτουν από εκεί να συντείνουν σε μια μη διαχειρίσιμη από τους Ελληνοκύπριους ήττα του Μουσταφά Ακιντζί και στη δημιουργία σοβαρού τετελεσμένου στη δεύτερη περίπτωση. Από τις Βρυξέλλες πάντως, όπου μετέβη την περασμένη Τετάρτη ο ΠτΔ για επαφές με τους Ευρωπαίους αξιωματούχους, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ήταν ξεκάθαρος: «Όσο υπάρχουν έκνομες ενέργειες, δεν θα πρέπει να αναμένεται από την Κύπρο ευέλικτη πολιτική στα θέματα που αφορούν την Τουρκία, την ενταξιακή της πορεία, τη σχέση της με την ΕΕ, ακόμα και τα κονδύλια τα οποία δίδονται, όχι μόνο στην Τουρκία, αλλά και στους Τουρκοκυπρίους». Δήλωση που υπό το βάρος της στρατηγικής επαναπροσέγγισης ΕΕ-Τουρκίας, με την ευρωπαϊκή προοπτική της τελευταίας να έχει καταστεί νεκρό γράμμα δύο δεκαετίες μετά το Ελσίνκι, φωτογραφίζει μια ανταγωνιστική σχέση ΚΔ και ψευδοκράτους –στην απουσία διαλόγου ή προοπτικής εκλογής ενός Τουρκοκύπριου ηγέτη με πρόθεση υπέρ της συνέχισής του. Δήλωση που αν μετουσιωθεί σε σειρά πολιτικών πρακτικών, την επομένη των αποτελεσμάτων στις ψευδοεκλογές θα μπορούσε να αυξήσει την επιμέρους κλιμάκωση παρά από το να οδηγήσει σε οποιαδήποτε προοπτική διαλόγου.

Αυτό που επισημαίνουν πάντως στον «Π» έμπειροι παρατηρητές της περιοχής είναι πως δεν πρέπει να αναμένεται –τουλάχιστον άμεσα- game-changing αλλαγή προσέγγισης, εντός της ΕΕ, ως προς τις συνέπειες των τουρκικών πράξεων στην κυπριακή ΑΟΖ. Κοινώς, οι τυχόν προσθήκες ονομάτων στη λίστα κυρώσεων της ΕΕ για τις τουρκικές γεωτρήσεις, στην οποία έχουν μπει δύο άτομα, δεν θα επιφέρουν το επιθυμητό διπλωματικό ή οικονομικό κόστος στη Τουρκία προκειμένου να υπαναχωρήσει από τη διενέργειά τους. Τόσο οι εξελίξεις στη Συρία και την Λιβύη, όσο και τα εμπλεκόμενα συμφέροντα ευρωπαϊκών δυνάμεων με την Τουρκία, καθιστούν την τελευταία, στην παρούσα συγκυρία, αρκετά πολύτιμη για τη Δύση.

Αντί επιλόγου

Παρά τις δυσμενείς για την Κύπρο εξελίξεις, το εσωτερικό πολιτικό κλίμα παραμένει βαθιά διχαστικό, ενώ τα διάφορα σκάνδαλα διαφθοράς δείχνουν να αποπροσανατολίζουν την κοινή γνώμη από τις επερχόμενες εξελίξεις σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο. Οι επόμενοι μήνες πάντως θα κρίνουν σε μεγάλο βαθμό το ποια θα είναι η Κύπρος τα επόμενα χρόνια. Ας μην το ξεχάσουμε αυτό στον βωμό των μικροπολιτικών και της εξουσίας, γιατί, τόσο το 2021 όσο και το 2023, δεν θα έχει σημασία το γιατί τα πράγματα έφτασαν ώς εδώ, αλλά το πόσο χάλια θα είναι.

Του Γιάννη Ιωάννου

Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην εφημερίδα “Πολίτης”.

Leave a Reply