Aπό τον Ιανουάριο του 1975 και την διακρατική συμφωνία Γκαντάφι-Άγκυρας για εξαγωγή πετρελαίου προς την Τουρκία, η Λιβύη αποτέλεσε βασικό οικονομικό κι εμπορικό εταίρο της τουρκικής οικονομίας. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 εξάλλου οι επενδύσεις της Τουρκίας στην Λιβύη ξεπέρασαν τα 38 δις δολάρια (συνολικά) –ιδίως στον κατασκευαστικό τομέα. (Η πρώτη τουρκική κατασκευαστική, η STFA, υπέγραψε συμβόλαιο στη Λιβύη το 1972 κατασκευάζοντας μεταξύ άλλων το κεντρικό κτίριο του λιμανιού της Τρίπολης).
Πέραν συνεπώς των γεωπολιτικών επιδιώξεων της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο και την Β. Αφρική, στην παρούσα συγκυρία, η ενεργός εμπλοκή της Τουρκίας στην κρίση της Λιβύης αποκτά και στρατηγικό οικονομικό χαρακτήρα. Σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη μάλιστα συγκυρία για την τουρκική οικονομία, η οποία περνά μια κρίση που παραμένει έντονη τουλάχιστον στο επίπεδο του τουρκικού εθνικού νομίσματος (αλλά και στην ανεργία και στα διψήφια ποσοστά πληθωρισμού) και που επιταχύνεται από την παγκόσμια κρίση εξαιτίας της πανδημίας του Covid-19.
Στις 29 Ιουνίου (βλέπε φωτό πιο κάτω) ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας της Λιβύης, Αl-Siddiq Al-Kabeer, συναντήθηκε με τον Τούρκο Πρόεδρο, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Άγκυρα. Η συμφωνία των δύο, που πέρασε απαρατήρητη στον ελλαδικό χώρο, αφορά στην ουσιαστική τοποθέτηση 8 δις δολαρίων στην κεντρική τράπεζα της Τουρκίας για μια περίοδο 4 χρόνων. Ενέργεια που πέραν των συμβολισμών σε σχέση με την επέμβαση της Τουρκίας για τη σωτηρία του GNA, αποτελεί και μια σοβαρή ένδειξη της στρατηγικής, οικονομικά, σύνδεσης Τρίπολης-Άγκυρας. Αξίζει σε αυτό το επίπεδο να αναφέρουμε κάτι που συχνά μπλέκει στο επίπεδο της γεωπολιτικής ανάλυσης αλλά είναι, μάλλον, σημαντικότερο στο επίπεδο της οικονομικής συνεργασίας Λιβύης-Τουρκίας –δεδομένων και των χαρακτηριστικών του οικονομικού “sistema” πέριξ των ελίτ του AKP και του ίδιου του Ερντογάν. Ο ρόλος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας σε αυτό το επίπεδο διαχέεται οριζόντια τόσο αναφορικά με την κεντρική τράπεζα της Λιβύης και οικονομικούς δρώντες εντός του GNA όσο και σε σχέση με τις μεγάλες κατασκευαστικές της Τουρκίας και την οικονομική τους δραστηριοποίηση στην Αφρική (Μαγκρέμπ και ανατολική Αφρική).

Ένα ποιοτικό χαρακτηριστικό, που αξίζει να σημειωθεί, μεταξύ των decision makers πέριξ του Ερντογάν και των οικονομικών ελίτ που πρόσκεινται στο AKP είναι η αντίληψη της «μη μονοπωλιακής εμπλοκής» στην ανοικοδόμηση της Λιβύης, μια ρεαλιστική πρόσληψη που δίνει περιθώριο στη Τουρκία –μετά από μια σταθεροποίηση της κρίσης στη χώρα- να συνεργαστεί με άλλους εμπλεκόμενους οικονομικούς δρώντες κι επενδυτές όπως η Ιταλία και η Ρωσία για την αναγκάια ανοικοδόμηση της χώρας. Εξάλλου ο ρόλος του Turkey-Libya Business Council σε αυτό το επίπεδο είναι εγνωσμένης αξίας και υπάγεται στα πλαίσια της γενικότερης οικονομικής διπλωματίας/soft power της Τουρκίας μέσω της DEİK (Dış Ekonomik İlişkiler Kurulu, δηλ. του τουρκικού Foreign Economic Relations Board) η οποία μετά το 2014 στα πλαίσια του σχεδιασμού των εξωτερικών οικονομικών σχέσεων του τουρκικού ιδιωτικού τομέα ελέγχεται αμιγώς από το ΥΠΟΙΚ της Τουρκίας –και το AKP κατ’ επέκταση. Ήδη και με τα μέτωπο της Σίρτης να παραμένει ανοικτό, η Karadeniz Holding κλείδωσε μια προσφορά για παροχή ηλεκτρισμού (1000 μεγαβάτ) στη Λιβύη ενώ πολύ δραστήρια είναι και η Μισράτα με το επιμελητήριο της πόλης (Misurata Chamber of Trade, Industry and Agriculture) να κλειδώνει συμφωνίες με την Τουρκία εν μέσω κρίσης.
Με την Τουρκία να υποφέρει από το 2014 από μια ιδιότυπη «αιμορραγία» κεφαλαίων λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου στη Λιβύη, η ανάγκη για γρήγορη έκβαση της κρίσης της Λιβύης πρέπει να ιδωθεί ως ο βασικός άμεσος στρατηγικός στόχος της τουρκικής εμπλοκής στη χώρα. Συγκεκριμένα, Οι δεδουλευμένες απαιτήσεις των τουρκικών εταιρειών ανέρχονται συνολικά σε 1 δις δολάρια και η αξία των επιστολών διαπίστευσής τους ανέρχεται σε 1,7 δις ετησίως. Η απώλεια εξοπλισμού και αποθεμάτων λόγω του πολέμου έχει υπολογιστεί σε 1,3 δις. Με τα συνολικά πρότζεκτ της τουρκικής οικονομίας να αγγίζουν, την περίοδο 2011-2014, τα 28.9 δις αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα πως η στρατηγική εγκαθίδρυση της Τουρκίας στη Λιβύη σώζει, σε μεγάλο βαθμό, και την τουρκική οικονομία τα επόμενα χρόνια.
Φυσικά το τουρκολιβυκό μνημόνιο εγκαινιάζει μια νέα στρατηγική προσέγγιση στις οικονομικές και πολιτικές σχέσεις Τουρκίας-Λιβύης, οι προεκτάσεις της οποίας, αναπόφευκτα, έχουν πολύ πιο σύνθετες γεωπολιτικές επιπτώσεις για ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο –ιδίως τα επόμενα χρόνια κι αναλόγως του πως θα εξελιχθούν τα πράγματα στη Λιβύη.
Του Γιάννη Ιωάννου