Συνέντευξη που έδωσε ο Ζήνωνας Τζιάρρας στον Σταύρο Αντωνίου. Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Πολίτης”, στις 24/01/2021.
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο σας “Διεθνής πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο“. Τι νέο έχει να μας πει;
Πρόκειται για την πρώτη συστηματική και συνολική προσπάθεια – τουλάχιστον στην ελληνόγλωσση βιβλιογραφία – ανάλυσης της Ανατολικής Μεσογείου ως μιας νέας γεωπολιτικής υπο-περιφέρειας και των διεθνοπολιτικών δυναμικών που την χαρακτηρίζουν τα τελευταία 10 κυρίως χρόνια. Από το διεθνές επίπεδο μέχρι το τοπικό, το βιβλίο υποστηρίζει πως οι μεταβολές του διεθνούς συστήματος προς τον πολυπολισμό εκφράζονται στο περιφερειακό επίπεδο (περιλαμβανομένης της Ανατολικής Μεσογείου) όπου τα κενά ισχύος επιτρέπουν σε επίδοξες δυνάμεις να καταστούν πιο εξωστερφείς και διεκδικητικές. Εξετάζεται η Τουρκία ως ένας βασικός δρώντας που επωφελήθηκε από αυτές τις αλλαγές και δια της εξωτερικής της πολιτικής οδήγησε σε ανακατατάξεις αναφορικά με τα μοτίβα διακρατικής εχθρότητας και φιλίας στην περιοχή. Επιπλέον, λαμβάνονται υπόψη τα κοινά συμφέροντα μεταξύ κρατών όπως η Κύπρος, η Ελλάδα, το Ισραήλ και η Αίγυπτος που συνέβαλαν στην ανάδυση μιας νέας αρχιτεκτονικής ασφαλείας και αποτελούν με κάποιους τρόπους ανταγωνιστικό πόλο προς την Τουρκία. Αυτοί οι παράγοντες συνετέλεσαν στην «οικοδομή» της εν λόγω διακριτικής υπο-περιφέρειας.
Στο βιβλίο αναφέρεστε στην τάση αποκέντρωσης του διεθνούς συστήματος και την ανάδυση ενός πολυπολικού συστήματος. Η εκλογή του Μπάιντεν θα μπορούσε να ανατρέψει αυτή την πορεία;
Το βέβαιο είναι ότι οι προθέσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν είναι προς αυτή την κατεύθυνση, δηλαδή της ανάκαμψης των ΗΠΑ και της επιτυχούς επαναπροβολής της παγκόσμιας αμερικανικής ηγεσίας και ηγεμονίας. Ωστόσο τα τελευταία 10-15 χρόνια, με την ανάδυση και την εδραίωση νέων δυνάμεων, έχουν δημιουργηθεί νέα δεδομένα στο διεθνές σύστημα που θα είναι δύσκολο να αντιστραφούν το αμέσως επόμενο διάστημα. Συνεπώς τα επόμενα τέσσερα χρόνια της διακυβέρνησης Μπάιντεν θα πρέπει να ιδωθούν ως μια μεταβατική περίοδος κατά την οποία οι ΗΠΑ θα προσπαθήσουν να επιστρέψουν δυναμικά χωρίς όμως να είναι δεδομένο τα αν θα επιτύχουν.
Χρησιμοποιείτε τις όρους περιφεροποίηση και περιφερισμός για να ερμηνεύσετε τις αλλαγές που σημειώνονται σε διεθνές επίπεδο. Τι σημαίνουν οι όροι αυτοί;
Η παραδοσιακή έννοια της Περιφερειοποίησης είναι οι de facto και ανεπίσημες διαδικασίες επαφής και συνεργασίας που είναι αυθόρμητες και προκύπτουν εντός μιας περιφέρειας από τις κοινωνίες «προς τα πάνω» λόγω κοινών αναγκών. Η Αποκέντρωση ή Περιφερειοποίηση της διεθνούς ασφάλειας που συνδέεται αλλά είναι κάπως διαφορετική, αναφέρεται στο ότι τα ζητήματα της ασφάλειας τυγχάνουν διαχείρισης πλέον περισσότερο σε περιφερειακό επίπεδο λόγω της αποκέντρωσης του διεθνούς συστήματος από τον ηγεμονικό πόλο των ΗΠΑ. Οι ανάγκες και τα κοινά συμφέροντα που προκύπτουν από αυτή την αποκέντρωση δημιουργούν στενότερες σχέσης μεταξύ περιφερειακών δρώντων. Ο Περιφερισμός σχετίζεται με το τελευταίο. Πρόκειται για επίσημες, κρατικές πρωτοβουλίες διακρατικών συνεργασιών και περιφερειακής ολοκλήρωσης που περιλαμβάνουν κυρίως τομείς οικονομικής φύσης και χαμηλής πολιτικής. Οι τριμερείς συνεργασίες και το Φόρουμ Φυσικού Αερίου είναι παραδείγματα αυτού που ονομάζω «πρωτο-περιφερισμός».
Παλαιότερα ο ΓΓ του ΟΗΕ είχε αναφερθεί στην τάση αποδυνάμωσης των ΗΠΑ και στα προβλήματα που δημιουργούνται στις προσπάθειες επίλυσης συγκρούσεων. Τι σημαίνει αυτό για το Κυπριακό;
Αυτό έχει να κάνει με το αυξανόμενο έλλειμα «εξουσίας», «ηγεσίας» και «επιτήρησης» σε έναν ούτως ή άλλως άναρχο κόσμο. Όπως και σε σχέση με άλλες συγκρούσεις, έτσι και αναφορικά με το Κυπριακό, αυτό σημαίνει ότι οι συγκρούσεις αφήνονται σε δυναμικές που είναι εγγενείς της αντιπαράθεσης (π.χ. τουρκική πολιτική, διακοινοτικές σχέσεις), χωρίς σημαντική και ουσιαστική εξωγενή διαμεσολάβηση ή υποστήριξη που να μπορεί με διπλωματικούς και άλλους τρόπους να βοηθήσει στην υπέρβαση των προβλημάτων. Φυσικά το κατά πόσο οι ΗΠΑ είχαν ή έχουν ένα τέτοιο ρόλο στην Κύπρο είναι μια άλλη συζήτηση.
Πάντως ούτε προηγουμένως είχαμε πετύχει μια λύση του Κυπριακού. Όταν δηλαδή οι ΗΠΑ ήταν ξεκάθαρα μια παγκόσμια δύναμη. Γιατί νομίζετε;
Διότι το χάσμα μεταξύ των πλευρών (περιλαμβανομένων των εγγυήτριων δυνάμεων) είναι πολύ μεγάλο και οι εκατέρωθεν κοκκινες γραμμές αλληλοσυγκρούονται. Επίσης για τον λόγο ότι δεν βρέθηκαν ηγεσίες ικανές ώστε να οικοδομήσουν ένα κοινό όραμα για τους Κύπριους χωρίς αμφιταλαντεύσεις και μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Σε ό,τι αφορά στην Κυπριακή Δημοκρατία, εδώ και 46 χρόνια δεν έχουν καν οριστεί ξεκάθαρα οι στρατηγικοί στόχοι ως προς τη διευθέτηση του Κυπριακού. Πέρα από το αφηρημένο και συνεχώς μεταλλασσόμενο πλαίσιο της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας για το οποίο οι πολιτικές δυνάμεις διαφωνούν μεταξύ τους.
Στο βιβλίο σας μιλάτε για δύο σύνδρομα της Τουρκίας, αυτό των Σερβών και εκείνο της Λωζάνης. Με λίγα λόγια τι συμβαίνει;
Το Σύνδρομο των Σεβρών είναι η γνωστή στρατηγική αντίληψη που προέκυψε στους κόλπους της τότε τουρκικής ηγεσίας και αναπαράχθηκε μέσα από τα κεμαλικά και εθνικιστικά ρεύματα. Προέκυψε από τους φόβους και τις φοβίες που επέφερε ο διαμελισμός της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τη Συνθήκη των Σεβρών (1920) και οδήγησε σε μια εξωτερική πολιτική απομονωτισμού, χαμηλού ρίσκου, καχυποψίας για τις μεγάλες (και ιδιαίτερα) δυτικές δυνάμεις, διατήρησης του status quo κ.α. Αυτό που ονομάζω Σύνδρομο της Λωζανης, είναι η απέχθεια της ηγεσίας του ΑΚΡ στην Τουρκία για τα τετελεσμένα που επέφερε η Συνθήκη της Λωζάνης (1923) που ανέτρεψε τη Συνθήκη των Σεβρών, δημιούργησε τη σύγχρονη Τουρκία και κατάργησε το Χαλιφάτο και το Σουλτανάτο. Ο Ερντογάν και οι συν αυτώ θεωρούν ότι η Τουρκία, ως «απόγονος» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δικαιούται και πρέπει να διεκδικήσει περισσότερη παρουσία και επιρροή στον μετα-οθωμανικό χώρο. Αυτό οδηγή στην αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης και σε μια αναθεωρητική πολιτική.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται λόγος για τον αναθεωρητισμό της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής και τη «γαλάζια πατρίδα». Υπάρχει κάποιος κίνδυνος για τα κράτη της περιοχής όπως η Κύπρος;
Πολύ απλά και με όρους της Ρεαλιστικής σχολής των Διεθνών Σχέσεων, αναθεωρητισμός είναι η συμπεριφορά της εξωτερικής πολιτικής μιας χώρας που επιδιώκει την ανατροπή του status quo προς δικό της όφελος (και σε κόστος άλλων χωρών). Ποτέ προηγουμένως στην ιστορία της η Τουρκία δεν είχε τόσο συστηματικά και συντεταγμένα ανταπτύξει μια τέτοια αναθεωρητική πολιτική – πέρα από κάποιες εξαιρέσεις. Η «γαλάζια πατρίδα» είναι η προέκταση αυτού του αναθεωρητισμού στη θάλασσα και μέσο διεύρυνσης της τουρκικής προβολής ισχύος στην Αφρική και τον Ειρηνικό Ωκεανό. Σαφώς υπάρχει κίνδυνος για τα κράτη της περιοχής καθώς είδαμε αυτό τον αναθεωρητισμό να εκφράζεται στη Συρία, το Ιράκ, το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, το Αιγαίο, την Κύπρο (βλ. ΑΟΖ), τη Λιβυή κτλ.
Η συζήτηση για δύο κράτη ως μια εναλλακτική μορφή λύσης του Κυπριακού είναι ρεαλιστική;
Όλες οι μορφές λύσης είναι ρεαλιστικές αν επιδώκονται από όλες τις πλευρές. Δυστυχώς, η συζήτηση για τα δύο κράτη έχει φτάσει σε τέτοια επίπεδα που αποτελεί ισχυρό στοιχείο στις συζητήσεις και διαβουλεύσεις για το Κυπριακό. Έτσι είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι μια κάποια μορφή αυτού του μοντέλου δεν θα τεθεί υπό συζήτηση το επόμενο διάστημα. Αυτή τη στιγμή, η συνομοσπονδία, τα δύο κράτη ή και οι επί μέρους ρυθμίσεις μεταξύ των δύο κοινοτήτων εκτός συνολικού πλαισίου λύσης φαντάζουν πιο ρεαλιστικές εκβάσεις από τη (διζωνική δικοινοτική) ομοσπονδία.
Οδεύουμε σε άτυπη πενταμερή διάσκεψη με στόχο την επίτευξη λύσης στο Κυπριακό. Με όλα τα πιο πάνω υπόψη ποιο πιστεύετε ότι είναι εφικτό;
Οι θέσεις των δύο κοινοτήτων φαίνεται να είναι αγεφύρωτες αυτή τη στιγμή. Συνεπώς δεν υπάρχει κάποια ξεκάθαρα εφικτή λύση που θα μπορούσε να συμφωνηθεί. Το ερώτημα είναι εάν τα εμπλεκόμενα μέρη θα επιδιώξουν να συμφωνήσουν σε ενδιάμεσες διευθετήσεις και ρυθμίσεις που θα βάζουν τις διακοινοτικές σχέσεις σε διαφορετική τροχία και που αργότερα – μετά από κάποια χρόνια – μπορεί να οδηγήσουν σε διαφορετικού τύπου συνολικές λύσεις.