Συχνά βλέπουμε και ακούμε συνάνθρωπούς μας να προβαίνουν σε ενέργειες ή ναυποστηρίζουν επίμονα απόψεις οι οποίες, βάσει αντικειμενικά μετρήσιμων κριτηρίων, είναιανορθολογικές και αγνοούν ορισμένες γερά θεμελιωμένες πραγματικότητες.* Κλασικό παράδειγμα, η απόφαση ενός τρομοκράτη να αυτοκτονήσει, προκειμένου να παρασύρει μαζίτου στο θάνατο αθώους ανθρώπους. Ή το φαινόμενο των μαζικών αυτοκτονιών. Χαρακτηριστική η περίπτωση της Jonestown, στη Βρετανική Γουιάνα, όπου το 1978 ο ιδρυτής αυτό του κοινόβιου, Jim Jones, ώθησε αρκετούς από τους ακόλουθούς του σε «επαναστατική αυτοκτονία», προκειμένου να μείνουν στην ιστορία «επιλέγοντας τον τρόπο που θα πεθάνουν» και δεσμευόμενοι να «αρνηθούν τον καπιταλισμό και να υποστηρίξουν τοσοσιαλισμό». Ή η περίπτωση της Πύλης του Παραδείσου (Heaven’s Gate), ενός αμερικανικού θρησκευτικού κινήματος που πίστευε στην ύπαρξη επαφών με εξωγήινους: το 1997 η αστυνομία της κομητείας Σαν Ντιέγο ανακάλυψε τα πτώματα 39 μελών του κινήματος, περιλαμβανομένου του ηγέτη του, Marshall Applewhite, σε ένα σπίτι όπου αυτοκτόνησαν ομαδικώς, αφού πρώτα ανακοίνωσαν μέσω της ιστοσελίδας του κινήματος «το τέλος της θητείας τους στο ανθρώπινο εξελικτικό επίπεδο» και την ετοιμότητά τους να ανέλθουν στο επόμενο. Διερωτάται κανείς πώς είναι δυνατό τόσοι πολλοί άνθρωποι να ακολούθησαν ταυτόχρονα την ίδια στρεβλή νοητική οδό, οδηγούμενοι σε λογικά ανεξήγητες απόψεις και απονενοημένες πράξεις.
Συνήθως οι ανορθολογικές απόψεις και συμπεριφορές δεν φτάνουν σε αυτά τα ακραία σημεία. Στην πραγματικότητα όμως, η ατελής πληροφόρηση και η ανεπαρκής αναλυτική ικανότητα καθιστά τον ανορθολογισμό στα πλαίσια της κοινωνικής δράσης των ατόμων όχι την εξαίρεση, αλλά τον κανόνα. Δύο ψυχο-κοινωνικοί μηχανισμοί, οι οποίοι απαντώνται συχνά στα κοινωνικοπολιτικά όντα, μπορούν να εξηγήσουν σε σημαντικό βαθμό την αποχήτων ατόμων από τον ορθολογισμό: η ορθολογική γνωστική συνέπεια (rational cognitive consistency) και η ομαδόσκεψη (group thinking).
Η θεωρία της ορθολογικής γνωστικής συνέπειας διατυπώθηκε ως θεωρία λήψης αποφάσεων εξωτερικής πολιτικής από τον Robert Jervis στο βιβλίο του Perception and Misperception in International Politics, το οποίο πρωτοκυκλοφόρησε το 1976. Ο Jervis επικεντρώνεται στις ερμηνείες που αποδίδονται από τους λήπτες αποφάσεων στις εισερχόμενες πληροφορίες, οι οποίες συχνά παραμορφώνονται από προϋπάρχουσες αντιλήψεις. Παρατηρεί δε μία συνέπεια (consistency) στον τρόπο που συνήθως ο κάθε λήπτης πολιτικής απόφασης ερμηνεύει διαφορετικά φαινόμενα. Η συνέπεια αυτή «μπορεί γενικά να γίνει αντιληπτή στα πλαίσια της ισχυρής τάσης των ανθρώπων να βλέπουν αυτό που αναμένουν να δουν και να εξομοιώνουν εισερχόμενες πληροφορίες με προϋπάρχουσες εικονες». Στα πλαίσια αυτού του μοντέλου, «οι άνθρωποι προσαρμόζουν εισερχόμενες πληροφορίες σε προϋπάρχοντα πιστεύω και έτσι προσλαμβάνουν αυτό που αναμένουν ότι θα συμβαίνει. […] Αγνοούμε πληροφορίες που δεν ταιριάζουν, τις αλλοιώνουμε έτσι ώστε να ταιριάζουν ή τουλάχιστο να μην συγκρούονται με τα πιστεύω μας και να αμφισβητούν την αξία τους. Αντίθετα, στοιχεία που τα επιβεβαιώνουν σημειώνονται γρήγορα και με ακρίβεια».
Η θεωρία της ομαδόσκεψης πρωτοπαρουσιάστηκε από τον Irving Janis στο περιοδικό Psychology Today, το 1971. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, όταν υφίστανται οι κατάλληλες συνθήκες, τα άτομα τείνουν να εκφράζουν απόψεις οι οποίες επιβεβαιώνουν την συναίνεσητης ομάδας στην οποία ανήκουν και με την οποία αλληλεπιδρούν και να αποφεύγουν την αμφισβήτησή τους. Προκειμένου να λάβουν μία απόφαση η οποία να συνάδει με τους στόχους της ομάδας, τα άτομα δύνανται να παραβλέψουν πιθανές ηθικές συνέπειες, ενώ συχνά οι αποφάσεις και οι ενέργειές τους συνάδουν με συγκεκριμένο ιδεολογικό πλαίσιο το οποίο τα μέλη της ομάδας αποδέχονται. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, δεδομένου του γεγονότος ότι ο ορθολογισμός ή η αμερόληπτη στάθμιση δεδομένων δεν αποτελεί προτεραιότητα, ταμέλη της ομάδας ευνοούν απόψεις ή αποφάσεις οι οποίες δεν διέπονται από ορθολογισμό ή αγνοούν σημαντικές πληροφορίες. Ο δε βαθμός ταύτισης του ατόμου με την ομάδα και ο βαθμός έντασης των απόψεων της ομάδας, δεδομένου του συζητούμενου ζητήματος, είναιδυνατό να οδηγήσουν ακόμα και σε ακραία ανορθολογικές αποφάσεις, όπως η δολιοφθορά, η δολοφονία ή η αυτοκτονία. Προκειμένου δε να υπερασπιστούν την ταυτότητά τους, η οποία αποτελεί συχνά ψηλή προτεραιότητα, τα μέλη της ομάδας είναι δυνατό να αναπτύξουν έντονες απόψεις τύπου «εμείς» εναντίον «των άλλων».
Είναι, λοιπόν, τελικά, ανεξήγητη η δημόσια τοποθέτηση ή δημόσια δράση ατόμων που αγνοούν συστηματικά π.χ. επιστημονικά τεκμηριωμένη ή άλλη συναφή πληροφόρηση; Όχι. Αντιθέτως, εξηγείται αν λάβει κανείς υπόψη πόσο στρεβλό μπορεί να είναι το αναλυτικό φίλτρο από το οποίο θα περάσει η πληροφορία πριν επιστρέψει προς τα έξω υπό τη μορφή πολιτικής/κοινωνικής άποψης ή δράσης. Η ανάγκη να επιβεβαιωθούν προϋπάρχουσες αντιλήψεις, το ένστικτο της επιβίωσης του κοινωνικού όντος/μέλους της ομάδας απέναντι «στους άλλους», αλλά και η επίδραση της ομάδας (κυρίως στην εποχή μας, που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επιτρέπουν στο φαινόμενο της ομαδόσκεψης να διασπείρεται στον χώρο σε τεράστιο εύρος) είναι αυτά που πρωτίστως καθορίζουν τις ατομικές αντιλήψεις καιόχι η ανάγκη ορθολογικής στάθμισης των δεδομένων. Σε αυτό το πλαίσιο, η αρχή της επιστημονικής τεκμηρίωσης ή της διασταύρωσης των πληροφοριών είτε δεν γίνονται αντιληπτές, είτε θυσιάζονται στο βωμό της ιδεολογίας και των στόχων της. Όταν δε οι εξωτερικές συνθήκες το επιβάλλουν, όταν π.χ. παρεισφρύουν στο δημόσιο διάλογο ζητήματατα οποία δύνανται να διεγείρουν αυτούς τους ψυχολογικούς μηχανισμούς, οι στρεβλές ιδέες καθίστανται ιδιαίτερα διαδεδομένες. Ακόμα όμως και όταν εκλείπουν αυτές οι συνθήκες και η «πανδημία των στρεβλών ιδεών» παρέρχεται, ο «ιός της παρανόησης» παραμένει ενεργός,αναμένοντας ξανά την ευκαιρία να διαχυθεί. Έτσι λειτουργούσαν πάντοτε και έτσι αναμένεται να συνεχίσουν να λειτουργούν τα κοινωνικά όντα.
Του Μιχάλη Κοντού, Επίκουρου Καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
*Μέρος αυτής της ανάλυσης διατυπώθηκε δημόσια κατά την πρόσφατη παρουσίαση των προτάσεων του Καθηγητή Ανδρέα Θεοφάνους για το κυπριακό. Ευχαριστώ την συνάδελφο Άννα Προκοπίου-Κουκκίδου για την συνεισφορά της σε εκείνη τη συζήτηση, μέσω της εισήγησής της να προστεθεί η θεωρία της ομαδόσκεψης στην ανάλυσή μου.
Το κείμενο αναρτήθηκε αρχικά στο Academia.edu του συγγραφέα.