Σε προηγούμενο κείμενό μας αναλύσαμε το πως οι κυριότερες οργανώσεις του σαλαφιστικού-τζιχαντιστικού κινήματος που δρουν στη Συρία αντιλαμβάνονται την τουρκική επέμβαση στη βόρεια Συρία. Παραθέσαμε μάλιστα τον τρόπο με τον οποίο μετασχηματίστηκαν οι αντικαθεστωτικές οργανώσεις που δρούν ως proxies της Τουρκίας στο συριακό θέατρο του πολέμου. Αυτό που στον δυτικό κόσμο τόσο οι αναλυτές όσο και ο Τύπος αντιλαμβάνεται ως την ιστορική συνέχεια του FSA (“Free Syrian Army”).
Οι ιδεολογικές και πολιτικές δυναμικές εντός των σουνιτικών ένοπλων οργανώσεων στη Συρία μπορούν –σε ένα micro επίπεδο- να επεξηγήσουν αρκετά ερωτήματα για το μέλλον των κινήσεων της Άγκυρας δεδομένης και της εμπλοκής της Τουρκίας (στρατιωτικά) στη Λιβύη –με την αποστολή, πέραν των επιχειρήσεων σε clandestine επίπεδο, και επισήμως συμβούλων και ενόπλων ομάδων στα πλαίσια της συμφωνίας Τρίπολης (GNA)-Άγκυρας.
Χωρίς αυτό να σημαίνει απολύτως τίποτα, αλλά και με την επιμέρους σημασία του, η απόφαση Ερντογάν για αποστολή ενόπλων ομάδων στη Λιβύη προκαλεί ενδιαφέροντες αντικατοπτρισμούς εντός των συριακών αντικαθεστωτικών ομάδων –που δρούν στα πλαίσια του SNA (“Syrian National Army”). Η πρόσφατη σειρά παραιτήσεων, σε υψηλό ιεραρχικό επίπεδο, σημαίνοντων στρατιωτικών ηγετών του SNA επιβεβαιώνει την προηγούμενη πρόταση με τον ίδιο τον στρατηγό Salim Idriss («ΥΠΑΜ» της παράλληλης συριακής κυβέρνησης και αρχηγός επιτελείου, ουσιαστικά, εντός του SNA) να εκφράζει δια παραιτήσεώς του την δυσαρέσκειά του στην τουρκική εμπλοκή στη Λιβύη. Μορφές με καθοριστικό ρόλο στην επιβίωση των αντικαθεστωτικών δυνάμεων στο Συριακό, ιδίως μετά το 2016-2017, αλλά και στην υποστήριξη της Τουρκίας στον αγώνα της εναντίον των Κούρδων της Συρίας όπως ο Συνταγματάρχης Afif Soleiman (αρχηγός του «Στρατού του Ίντλιμπ») αλλά και μορφές όπως οι ηγέτες μικρότερων militias (“Sham Hawks” ή “Army of the Free”) ακολούθησαν στην παραίτηση Idriss ως ένδειξη διαμαρτυρίας εναντίον της Τουρκίας για την εμπλοκή της στη Λιβύη.
Τα συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν από αυτές τις κινήσεις εδράζονται στο/ή:
- Δίλημμα ασφάλειας που προκύπτει από την προέλαση του SAA (“Syrian Arab Army”) του καθεστώτος Άσαντ πέριξ του Ίντλιμπ.
- Μετατόπιση της στρατηγικής προτεραιότητας της Τουρκίας από τον στόχο της ανατροπής του Άσαντ σε αυτό της διασφάλισης μιας σφαίρας επιρροής στη Συρία και της απώθησης των Κούρδων.
- Δίλημμα συνεργασίας ή μη με την Hayat Tahrir al Sham (HTS) και τις λοιπές τζιχαντιστικές οργανώσεις –συγγενικές ιδεολογικά της αλ Κάιντα- στο Ίντλιμπ για την αποτελεσματική αντιμετώπιση μιας επιθετικής προέλασης του SAA για την ανακατάληψη της πόλης –και την οριστική έκβαση, σε μεγάλο βαθμό, του Συριακού.
- Δυναμική εντός του κατακερματισμένου πολιτικά, εθνοτικά και ιδεολογικά μωσαϊκού που ονομάζεται «συριακή ένοπλη σουνιτική αντιπολίτευση». Αυτό το μωσαϊκό περιλαμβάνει τις σχέσεις μεταξύ Σύρων της Χομς και Σύρων του Χαλεπιού. Τουρκμένων και Αράβων. Ξένων μαχητών. Μετριοπαθών και λιγότερο μετριοπαθών. Και τέλος, μελών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας και μη μελών καθώς και των σχέσεών τους με δρώντες σε χώρες όπως, φυσικά, η Τουρκία, το Κατάρ, η Ιορδανία, κοκ. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τελευταίου είναι και η περίπτωση της οργάνωσης “Jabhat al-Wataniya lil-Tahrir” (جبهة الوطنية للتحرير ή “Sham Legion”) βασικού πυρήνα συγκρότησης του FSA/SΝA που παρά την παραίτηση του Jaber Ali Basha –διοικητή της οργάνωσης- λόγω Λιβύης ήταν η πρώτη οργάνωση της οποίας οι εθελοντές στάλησαν στη Λιβύη με τις γνωστές μονάδες Τουρκμένων (πχ “Sultan Murad”). O Basha προερχόμενος από την Ahrar al-Sham ήταν υπέρ της μη εμπλοκής στη Λιβύη και της συνεργασίας με την HTS για σκοπούς διάσωσης του Ίντλιμπ.
Καθίσταται προφανές πως πέραν των υπεραπλουστεύσεων για συντριβή της Τουρκίας (η γνωστή επωδός για «Βιετνάμ σε Συρία και Λιβύη») η εμπλοκή του Ερντογάν σε στρατιωτικό επίπεδο στη Λιβύη δημιουργεί ενδιαφέρουσες δυναμικές αλλά και φυγόκεντρες τάσεις εντός της Συρίας. Που ίσως καταστούν, αναλόγως, και καταλυτικές για το μέλλον της έκβασης του συριακού πολέμου. Αυτό που προκύπτει ωστόσο είναι πως σε αυτούς τους ιδιότυπους πολέμους δια αντιπροσώπων τόσο η ιδεολογική όσο και η εθνοτική προέλευση των μαχητών επί του εδάφους μπορεί να εξάγει πολλά και χρήσιμα επιμέρους συμπεράσματα για την τροπή των εξελίξεων. Στη προκείμενη μπορεί να καταδείξει πως παρά την μακρά παρουσία της Τουρκίας –με κέρδη, απώλειες και ανοικτή δυναμική σε διπλωματικό και στρατιωτικό επίπεδο- στη Συρία, η περίπτωση της Λιβύης είναι ένα νέο πεδίο δοκιμής των συνταγών που κράτησαν την Άγκυρα ως ένα «ζωντανό παίκτη με επιρροή» στη Συρία.
Και παρά τις επιμέρους αντιδράσεις, όπου εμπεριέχεται ρίσκο, η Άγκυρα έχει αποκτήσει και εμπειρία και τρόπους διαχείρισης αυτών των ιδιότυπων proxies που εργαλειοποιεί για να πετυχαίνει, επιμέρους, στρατηγικούς στόχους σε συμβατικό και μη συμβατικό επίπεδο. Το 2011 το να δραστηριοποιούνταν στη Λιβύη Σύροι μαχητές για λογαριασμό της Άγκυρας θα φάνταζε ως ένα εξωτικό σενάριο. Το 2020 είναι πραγματικότητα και πρέπει να ιδωθεί, ιδίως στον ελληνόφωνο κόσμο, πέραν της αντίληψης ή κατανόησης του τουρκικού αναθεωρητισμού: Ως μορφή αύξησης ισχύος αν αναλογιστούμε, ιστορικά, πως στη Συρία ή στη Λιβύη η Τουρκία κάνει ότι ακριβώς έκαναν οι Αμερικανοί στο Βιετνάμ ή οι Σοβιετικοί στην Ανγκόλα.
Του Γιάννη Ιωάννου