«Όχι απλά είναι εν γνώσει μας, έχουμε ήδη στα Κρατητήρια της Μενόγειας 27 άτομα για τα οποία υπάρχει ξεκάθαρη θέση, και της Interpol, ότι ενέχονται σε τρομοκρατικές ενέργειες και ότι θα έπρεπε να ελεγχθεί η είσοδός τους στη Δημοκρατία, και μόλις αυτοί οι άνθρωποι εντοπίστηκαν έχουν οδηγηθεί στα Κρατητήρια της Μενόγειας. Και βεβαίως, συνεχίζουμε να είμαστε σε εγρήγορση και προσπαθούμε, και με συνεχείς επαφές και με άλλες αρμόδιες υπηρεσίες όπως είναι η Europol, να έχουμε ακριβώς αυτή την ενημέρωση και πληροφόρηση και να μπορέσουμε να ελέγξουμε και αυτή την κατάσταση που αντιλαμβάνεστε ότι εγκυμονεί και άλλους κινδύνους», δήλωνε στο «Ράδιο Πρώτο» ο υπουργός Εσωτερικών κ. Νίκος Νουρής στις 24 Απριλίου απαντώντας σε ερώτηση του δημοσιογράφου αν ύποπτοι για τρομοκρατία έχουν παρεισφρήσει στην Κύπρο μέσω των μεταναστευτικών ροών.
Έναν μήνα μετά, στον τηλεοπτικό σταθμό OMEGA ο κ. Νουρής, απαντώντας σε ερώτημα του δημοσιογράφου με αφορμή ένα σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας «Αλήθεια», έκανε λόγο για 17 πρόσωπα που έφτασαν ως μετανάστες και μετά από τον συνήθη έλεγχο που γίνεται μέσω της Interpol, επιβεβαιώθηκε ότι πρόκειται για πρόσωπα που καταζητούνται για τρομοκρατικές οργανώσεις και έχουν εμπλοκή με το ΙSIS (Ισλαμικό Κράτος). Εύλογα εδώ γεννιούνται πολλαπλά ερωτήματα: Τελικά πρόκειται για 27 ή για 17 άτομα; Κι αν όντως υπάρχει η πληροφόρηση από την Interpol για σύνδεσή των με τη, στην προκείμενη, διεθνή ισλαμική τρομοκρατία, γιατί τόσο, εν δυνάμει, επικίνδυνα άτομα κρατούνται σε έναν χώρο φιλοξενίας μεταναστών; Δεν γίνεται αντιληπτός από τις αρχές ασφάλειας της Κυπριακής Δημοκρατίας ο κίνδυνος εξέγερσης ή απόδρασης των εν λόγω επικίνδυνων τρομοκρατών; Ή ο ακόμη μεγαλύτερος κίνδυνος ιδεολογικής ριζοσπαστικοποίησης άλλων αραβικής καταγωγής μεταναστών που κρατούνται στον ίδιο χώρο; (πρακτική που συναντάται σε άλλα ευρωπαϊκά ή αραβικά κράτη όπου κρατούνται μέλη του ISIS). Το ότι η αναφορά του κ. Νουρή γίνεται εν μέσω μιας δημόσιας συζήτησης για τις συνθήκες στους χώρους φιλοξενίας μεταναστών, όπως π.χ. η Μενόγεια, και στα πλαίσια μιας ευρύτερης συζήτησης για το Μεταναστευτικό στην Κύπρο, καταδεικνύει κάτι πολύ πασιφανές: Πως ο εν λόγω υπουργός μετατοπίζει το επίκεντρο της συζήτησης στην ασφάλεια μεταχειριζόμενος μια ρητορική φόβου. Που στον μέσο Κύπριο πολίτη δημιουργεί μια παρανόηση: Την ταύτιση του μέσου μετανάστη ή πρόσφυγα πολέμου, και δη από τη Συρία, με την ιδιότητα του τρομοκράτη. Σαφώς, είναι μια άλλη συζήτηση αυτή περί δημόσιας ασφάλειας και μια άλλη συζήτηση αυτή περί του Μεταναστευτικού στην Κύπρο –δεδομένων των συνθηκών έλευσης διά θαλάσσης παράτυπων μεταναστών. Ωστόσο, πόσο πιθανόν είναι στις ροές ανθρώπων που έρχονται στην Κύπρο να υπάρχουν τρομοκράτες;
Περί ISIS και αλ Κάιντα
Κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο στο ερώτημα που τίθεται ως άνω. Οφείλει ωστόσο να εξετάσει ρεαλιστικά σενάρια. Κατ’ αρχήν, τόσο το Ισλαμικό Κράτος (το ISIS/ISI πριν τον διαχωρισμό του από την αλ Κάιντα του Ιράκ έως το 2004, αλλά και το «Daesh» όπως το γνωρίσαμε ιστορικά μετά το 2013 και τη δράση και εξάπλωσή του στη Συρία και το Ιράκ –αφότου διαχωρίστηκε από το συριακό παρακλάδι της αλ Κάιντα, το Μέτωπο αλ Νούσρα), όσο και τα παρακλάδια της αλ Κάιντα που δρουν στη Συρία (Hayat Tahrir al Sham, Jund al Aqsa, Ansar al Din, Hurras al Din) βρίσκονται τόσο στις τρομοκρατικές λίστες του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, όσο και στις αντίστοιχες της ΕΕ. Εκείνο που ωστόσο πρέπει να γίνει αντιληπτό εδώ, είναι αυτό που υποδεικνύουν τόσο η θεωρία όσο και η πρακτική εμπειρία σε τέτοιου είδους οργανώσεις. Τόσο η αλ Κάιντα και τα παρακλάδια της (σ.σ. τοπικές εκφάνσεις) στη Συρία, όσο και το Ισλαμικό Κράτος σε Συρία και Ιράκ, υπήρξαν κατά βάση «transnational global jihadist» οργανώσεις, δηλαδή υπερεθνικές οργανώσεις που μετά την αποτυχία τους να δημιουργήσουν την αναβίωση ενός «χαλιφάτου» στις περιοχές δράσης τους επανήλθαν, δριμύτερες, στο τοπικό επίπεδο. Πιο συγκεκριμένα: H αλ Κάιντα της Συρίας (Μέτωπο αλ Νούσρα) προέβη σε μία εκ βάθρων αλλαγή branding διαρρηγνύοντας τους δεσμούς της με την παγκόσμια αλ Κάιντα και ως Hayat Tahrir al Sham εμπέδωσε την παρουσία της στην επαρχία Ίντλιμπ με ταυτόχρονη πολιτική εγκαθίδρυση μέσω της παράλληλης πολιτικής δομής της λεγόμενης «Salvation Government» –οργάνωσης που ήρθε σε ρήξη με την «Ενδιάμεση Συριακή Κυβέρνηση» με έδρα το Ίντλιμπ (σ.σ. που ελέγχουν άλλες οργανώσεις της συριακής ένοπλης σουνιτικής αντιπολίτευσης). Mέλη και μαχητές πιο πιστοί στην παγκόσμια ιδεολογία (σ.σ. οι λεγόμενοι originalists ή πιουριστές ιδεολόγοι) της αλ Κάιντα, συνεχίζουν τον αγώνα τους μέσω άλλων οργανώσεων (π.χ. Hurras al Din), με συχνό φαινόμενο τις μεταξύ τους συγκρούσεις.
Το ίδιο συνέβη και με το «Daesh» μετά τη διάλυσή του στη Συρία, με την πλειοψηφία των ξένων μαχητών να διαφεύγει στο Ιράκ όπου, στην παρούσα φάση μάλιστα, περνούν από μια δυναμική διαδικασία επανεμφάνισης σε περιοχές όπως το Τικρίτ. Αξίζει σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε πως η πλειοψηφία των μαχητών αυτών των οργανώσεων, με εξαιρέσεις βέβαια, δεν έχει την τάση επαναπατρισμού –π.χ. μέσω Τουρκίας ή με άλλη διαδρομή- προς την Ευρώπη. Οι Σύροι και Ιρακινοί μαχητές ή άλλης αραβικής, ρωσόφωνης ή καυκάσιας καταγωγής, συνεχίζουν τη δράση τους στο τοπικό επίπεδο σε Συρία και Ιράκ αντίστοιχα. Στην περίπτωση του Ισλαμικού Κράτους, σημαντικός αριθμός ξένων μαχητών (κυρίως ευρωπαϊκής καταγωγής) προσπάθησαν να επανέλθουν προς την Ευρώπη μέσω των μεταναστευτικών ροών τη διετία 2016-2018 που ακολούθησε την εξουδετέρωση του ISIS στη Συρία. Αυτές αφορούν περιπτώσεις Ευρωπαίων υπηκόοων που, όταν δεν σκοτώθηκαν σε δράση, συνελήφθησαν με τυπικές διαδικασίες, μιας και οι αρχές ασφάλειας των χωρών τους γνώριζαν καλά τις περιπτώσεις στρατολόγησής τους, αλλά και τις διαδρομές τους από την Ευρώπη προς τη Συρία και το Ιράκ προκειμένου να στρατευθούν στις τάξεις του παγκόσμιου τζιχαντιστικού σαλαφιστικού κινήματος.
Περί τρομοκρατίας
Είναι πλήρως κατανοητό πως στον κατακερματισμένο, εδώ και μια δεκαετία, Συριακό δρουν ένοπλες οργανώσεις κάθε ιδεολογικής έκφανσης, είτε σουνιτικής είτε σιιτικής θρησκευτικής προέλευσης. Από τον πιο σκληροπυρηνικό ιδεολόγο της αλ Κάιντα –όπως τη γνωρίσαμε ιστορικά με τον Μπιν Λάντεν- μέχρι το Ισλαμικό Κράτος, μικρότερης ή μεγαλύτερης έντασης ιδεολόγους του συριακού παρακλαδιού της Μουσουλμανικής Αδελφότητας (του Muhammad Surur), μέχρι μετριοπαθέστερους σαλαφιστές ή μη ισλαμικής ιδεολογίας μαχητές. Κι από σώματα που συνδέονται με τους Ιρανούς Φρουρούς της Επανάστασης μέχρι βετεράνους της Χεζμπολάχ του Λιβάνου. Υπάρχουν ντόπιοι και ξένοι -με προέλευση από περισσότερες από 20 χώρες, κ,λπ. Συνεπώς υπάρχει μια τεράστια έκφανση ένοπλου μιλιταρισμού, ανεξαρτήτως ιδεολογίας. Και φυσικά ένας σκληρός κατακερματισμένος πόλεμος όπου ο καθείς πολεμά, μεταξύ άλλων, για μια σειρά λόγων, πέραν της επικράτησης ή της ανατροπής του Άσαντ.
Κάποιος πολεμά για να επιβάλει μια, εσχατολογικής, μορφής «χαλιφάτου», κάποιος γιατί οι Κούρδοι κατέλαβαν το αμιγώς σουνιτικό χωριό του, κάποιος για τα χρήματα που λαμβάνει από την Τουρκία μετά την επικράτηση του Άσαντ, κάποιος γιατί είναι πιστός αλαουίτης ψηφοφόρος του Άσαντ και κάποιος γιατί απλά το 2011 σε διαδηλώσεις στη Χομς έχασε τον αδελφό του ή τον πατέρα του από τις δυνάμεις του Άσαντ. Κάποιος γιατί είναι Κούρδος κομουνιστής. Εκείνο που πρέπει να καταστεί σαφές είναι πως αν κάποιος εξ αυτών αποφασίσει να αφήσει πίσω τα πάντα και να βρεθεί –μέσω Τουρκίας- στην Ευρώπη, δεν είναι απαραιτήτως και τρομοκράτης. Ή μπορεί να είναι –αλλά κάτι τέτοιο οφείλει να στοιχειοθετηθεί σε σχέση με τις διεθνείς τρομοκρατικές οργανώσεις με πολύ συγκεκριμένο τρόπο. Το αν κάποιος εξ αυτών βρεθεί στην Κύπρο ή μεταξύ προσφύγων, είναι μια συζήτηση η οποία δεν αφορά το Μεταναστευτικό. Το πώς δηλαδή ένα κράτος διαχειρίζεται τις πτυχές της υποδοχής, ενσωμάτωσης και διασφάλισης των δικαιωμάτων προσφύγων πολέμου, οικονομικών μεταναστών ή ανθρώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας. Να το θέσουμε πιο απλά; Τι χρωστάει μια οικογένεια από το Ίντλιμπ που διαφεύγει προκειμένου να σωθεί από τον πόλεμο με το αν ένας πρώην μαχητής της Χ οργάνωσης είναι στην ίδια βάρκα με αυτή καθ’ οδόν για την Κύπρο; Ή λίγο πιο πρακτικά. Γιατί ένας μαχητής του Ισλαμικού Κράτους να αποδράσει ή να έρθει, με σκοπό την τρομοκρατία, προς την Ευρώπη, μέσω της Κύπρου, όπου κινδυνεύει λόγω ιδιότυπων συνθηκών τελικά να παγιδευτεί ή να γίνει αντιληπτός;
Αντί επιλόγου
Τόσο το Μεταναστευτικό, όσο και η ασφάλεια ενός κράτους από την ισλαμική τρομοκρατία, είναι κεφάλαια πολύ ευαίσθητα, που σε ένα ευνομούμενο κράτος, και δη μέλος της ΕΕ όπως η Κύπρος, πρέπει να χρήζουν σοβαρότητας. Κυρίως λόγω της ιδιότυπης συνθήκης τού μη αποτελεσματικού ελέγχου του συνόλου της κυπριακής επικράτειας από τις αρχές της ΚΔ λόγω της τουρκικής κατοχής, όσο και της εργαλειοποίησης των προσφυγικών ροών από την Τουρκία, αλλά και της ιδιαίτερης σχέσης που διατηρεί η Άγκυρα με ένοπλες οργανώσεις της συριακής αντιπολίτευσης. Οι δηλώσεις του κ. Νουρή όμως για ύπαρξη αρχικά 27 και στη συνέχεια 17 ατόμων που συνδέονται με το ISIS ή τρομοκρατικές οργανώσεις, καταδεικνύουν μια βαθιά αποτυχία και στο Μεταναστευτικό και στην ασφάλεια εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και, σημαντικότερα, δηλητηριάζουν την κοινωνία ταυτίζοντας την έννοια του πρόσφυγα, σαν αυτού που υπήρξαμε κι εμείς λόγω του 1974, με αυτήν του ισλαμιστή τρομοκράτη. Αν αυτό δεν είναι ο ορισμός της υιοθέτησης ενός αντιμεταναστευτικού λόγου και μιας φοβικής ρητορικής, τότε τι είναι; Με δηλώσεις σαν του κ. Νουρή, ούτε το Προσφυγικό θα διαχειριστούμε με τρόπο που να συνάδει με το διεθνές δίκαιο, αλλά ούτε θα προστατεύσουμε την Κύπρο από την απειλή της τρομοκρατίας.
Του Γιάννη Ιωάννου
Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην εφημερίδα “Πολίτης”.