Ο κίνδυνος απομόνωσης της Λευκωσίας

Η έλευση του Σαρλ Μισέλ σε Αθήνα και Λευκωσία και ο διπλωματικός πυρετός για την προσωρινή αποκλιμάκωση στο Αιγαίο, με την αποχώρηση του Oruc Reis και των πολεμικών πλοίων, ανοίγει τον δρόμο, σε πρώτη φάση, των συνομιλιών μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας. Παρά τις επιμέρους πτυχές που προβληματίζουν, οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ υποδεικνύουν πως Ελλάδα και Τουρκία θα βρουν τη φόρμουλα για να παρακαθήσουν στο τραπέζι των διερευνητικών επαφών – χωρίς κάτι τέτοιο να ισοδυναμεί με το ότι θα υπάρξει, έως το τέλος του χρόνου, θεαματική πρόοδος. Για ακόμη μια φορά σημασία έχει εδώ ο χρόνος κι ο χρονισμός, μιας και η οπτική όλων αυτών των εξελίξεων, παρά τις εξαγγελίες του γ.γ. του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες για πενταμερή, από τη Λευκωσία φαντάζουν πιο πολύπλοκες.

Πιέζουν οι Βρυξέλλες

Η πίεση που ασκείται προς την Αθήνα από πολλαπλούς δρώντες εντός της ΕΕ είναι για άμεση -μέχρι τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές- έναρξη διερευνητικών επαφών στην προσεχή εβδομάδα. Είναι προφανές εδώ πως ο χρόνος της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ, στις 24/25 Σεπτεμβρίου -όπου θα τεθεί το ζήτημα των περιοριστικών μέτρων (κυρώσεις) της ΕΕ προς την Τουρκία- αποτελεί ένα χρονικό ορόσημο με μεγάλη σημασία – ιδίως για το Βερολίνο. Παρά το γεγονός πως η Αθήνα δεν δείχνει να επηρεάζεται από την πίεση δεν θα πρέπει να μας εκπλήξει ανακοίνωση διερευνητικών επαφών πριν από την ευρωπαϊκή Σύνοδο. Σημασία έχει σε εκείνο το επίπεδο να τεθούν οι προϋποθέσεις για διάλογο και να υπάρξει μια περίοδος σχετικής ηρεμίας στο Αιγαίο όπου κάθε πλευρά θα αγοράσει τον χρόνο προς όφελός της. Καλά ενημερωμένες πηγές ανέφεραν στον «Π» πάντως πως τόσο η πλευρά του Έλληνα πρωθυπουργού όσο και η τουρκική έχουν αποστείλει τα σήματά τους για διάλογο, ένα ελληνοτουρκικό μορατόριουμ αποκλιμάκωσης για το Αιγαίο και μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης σε μια διαδικασία που θα επεκταθεί μέχρι το τέλος του χρόνου έτσι ώστε μέσα στο 2021 να εξεταστούν οι προϋποθέσεις κορύφωσής της.

Πιο δύσκολο το Κυπριακό

Στην περίπτωση της κινητικότητας στο Κυπριακό τα πράγματα φαίνεται να είναι πιο πολύπλοκα και στην πορεία για επανέναρξη οποιασδήποτε διαδικασίας υπάρχουν ξεκάθαρες προϋποθέσεις. Η Τουρκία φαίνεται πως διαχώρισε τον άξονα ελληνοτουρκικά-Κυπριακό αποκλιμακώνοντας στην πρώτη περίπτωση αλλά μεταφέροντας την πίεση στην κυπριακή ΑΟΖ με την ανανέωση της Navtex και τη σταθερή παρουσία του ερευνητικού Barbaros και του γεωτρύπανου Yavuz. Οι προϋποθέσεις πάντως είναι δύο, με τη μία να συνδέεται ασφαλώς με τις «εκλογές» στα κατεχόμενα και το ποιος θα αναλάβει τα ηνία της ηγεσίας στην τουρκοκυπριακή κοινότητα. Η δεύτερη προϋπόθεση ωστόσο εκφράστηκε ξεκάθαρα στη συνέντευξη του Τούρκου ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου στο CNN Turk, ο οποίος έδειξε προς την κατεύθυνση του διαμοιρασμού των εσόδων από τους υδρογονάνθρακες. Η εν λόγω διάσταση δείχνει να ασκεί πίεση στην ελληνοκυπριακή πλευρά που -σε συνδυασμό με πιθανές κινήσεις στο Βαρώσι- θα πρέπει να μπει σε μια διαδικασία «ταμείου υδρογονανθράκων VS αποχώρηση/πάγωμα των τουρκικών γεωτρήσεων στην ΑΟΖ» -εξίσωση που καλά ενημερωμένες πηγές ανέφεραν στον «Π» πως είναι δύσκολο να επιλυθεί.

Κάτι τέτοιο απορρέει εξάλλου κι από την προσέγγιση της Λευκωσίας για αναβάθμιση των κυρώσεων της ΕΕ προς την Τουρκία – διαδικασία που εκτός απροόπτου δεν θα προσθέσει τίποτα συγκλονιστικό ως προς την πρόκληση πολιτικού και οικονομικού κόστους προς την Τουρκία μετά το πέρας της Συνόδου. Εξάλλου, από την Πράγα, ο Ελλαδίτης ΥΠΕΞ Δένδιας ήταν ξεκάθαρος επί τούτου υποβαθμίζοντας πρακτικά τις κυρώσεις προς την Τουρκία. Μια ορθολογική αποτίμηση των δεδομένων που έχει η Λευκωσία ενώπιόν της είναι πάντως, σε κάθε περίπτωση, η αξιολόγηση κόστους και οφέλους από την μη ύπαρξη κινητικότητας στο Κυπριακό -πράγμα που αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε δυσβάστακτες συνέπειες αν η Τουρκία προχωρήσει επί της κυπριακής ΑΟΖ σε έναν νέο γύρο έκνομων γεωτρητικών ερευνών. Η πίεση εδώ θα ενταθεί επίσης προς την Λευκωσία αν Αθήνα και Τουρκία μπούνε σε μια κανονικότητα συνομιλιών, όπου στο Αιγαίο θα επικρατεί σχετική ηρεμία αλλά στην κυπριακή ΑΟΖ θα μαίνονται οι de facto έκνομες ενέργειες.

Τι να αναμένουμε

Εκτός απροόπτου αυτό που πρέπει να θεωρείται, σε μεγάλο βαθμό, δεδομένο είναι πως Ελλάδα και Τουρκία θα βρούνε τις προϋποθέσεις για να υπάρξει μεταξύ τους διάλογος επί των ζητημάτων των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο. Οι φοβερές τεκτονικές αλλαγές στην περιοχή της Μέσης Ανατολής αλλά και μια φαινομενική προσπάθεια της Αιγύπτου να επανεγκαθιδρύσει, και λόγω Λιβύης, κανάλια επικοινωνίας με την Άγκυρα δείχνουν να επιβάλλουν στην Αθήνα γρήγορες κινήσεις και αποφασιστικότητα. Φυσικά ρόλο θα διαδραματίσει και η ίδια η Τουρκία και το πώς ακριβώς ο Ερντογάν θα παίξει τα χαρτιά των περιφερειακών συγκρούσεων, των ευρωτουρκικών σχέσεων αλλά και των ιδιαίτερων συνθηκών της οικονομίας του αλλά και της σχέσης του με τη Ρωσία λίγους μήνες πριν από τις αμερικανικές εκλογές. Για τη Λευκωσία πάντως η πίεση αναμένεται να αυξηθεί και τυχόν μη σωστή ανάγνωση των όσων συμβαίνουν θα μπορούσε να οδηγήσει σε δύσκολες καταστάσεις καθώς ακόμη και σε δυσκολότερες επιλογές. Εξάλλου το χειρότερο σενάριο εδώ θα ήταν μια συνθήκη διπλωματικής απομόνωσης ως προς τις επιλογές της Λευκωσίας στο Κυπριακό και μια σειρά γεγονότων που θα οδηγούσαν σε… φλόγα επί αδειοδοτημένου τεμαχίου στην κυπριακή ΑΟΖ από το τουρκικό γεωτρύπανο και σε οριστική απώλεια της περίκλειστης πόλης της Αμμοχώστου. Συνθήκες που δείχνουν προς τη διχοτόμηση παρά στην αισιοδοξία που εξέφρασε ο κ. Γκουτέρες για τη διοργάνωση πενταμερούς.

Του Γιάννη Ιωάννου

Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην εφημερίδα Πολίτης.

Leave a Reply