GeoBrief: Αναμενόμενα και Δύσκολα τα Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου

Παρά το θρίλερ των διαβουλεύσεων που έλαβε χώρα στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 1ης Οκτωβρίου 2020, είναι ξεκάθαρο ότι τα Συμπεράσματα που καταγράφηκαν δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπως αυτές προβλήθηκαν και επιδιώχθηκαν το περασμένο διάστημα. Κάτι το οποίο ήταν, ωστόσο, αναμενόμενο.

Βασικά σημεία

Τα Συμπεράσματα εκφράζουν την υποστήριξή και την αλληλεγύη τους προς την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και της Κύπρου. Καταδικάζουν επίσης έντονα τις παραβιάσεις των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, καλούν για τον τερματισμό τους και προτρέπουν την Τουρκία να απόσχει από τέτοιες ενέργειες. Παράλληλα, για ακόμα μια φορά,  το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί την Τουρκία να αποδεχτεί την πρόσκληση της Κυπριακής Δημοκρατίας για διάλογο προς την επίλυση των θεμάτων των θαλασσίων ζωνών (υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ).

Επιπλέον εκφράζεται ικανοποίηση για τις προθέσεις έναρξης διερευνητικών συνομιλιών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας για τα θέματα υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, προτρέπεται η ταχεία επανέναρξη των συνομιλιών στο Κυπριακό υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και δηλώνεται η προθυμία της ΕΕ να υποστηρίξει τις διαπραγματεύσεις. Σημαντικό είναι το γεγονός ότι στο θέμα των επαφών Τουρκίας-Ελλάδας διευκρινίζονται τα θέματα της ατζέντας που αφορούν στην υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ χωρίς να αφήνονται περιθώρια παρερμηνιών για πρόσθετα υπο διαπραγμάτευση ζητήματα.

Μεταξύ άλλων, τα συμεράσματα αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο επιβολής μέτρων στην Τουρκία στην περίπτωση που οι έκνομες ενέργειές της συνεχίσουν και ζητούν τη σύγκλιση πολυμερούς διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο.

H Παράγραφος 19

Ενδιαφέρουσα και κάπως ανησυχητική είναι η παράγραφος 19 των Συμπερασμάτων:

19. Υπό τον όρο ότι θα συνεχιστούν οι εποικοδομητικές προσπάθειες να τερματιστούν οι παράνομες ενέργειες έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφωνεί να δρομολογήσει θετικό πολιτικό θεματολόγιο ΕΕ-Τουρκίας με ιδιαίτερη έμφαση στον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης και τη διευκόλυνση του εμπορίου, τις διαπροσωπικές επαφές, τους διαλόγους υψηλού επιπέδου, τη συνεχή συνεργασία σε ζητήματα μετανάστευσης, σύμφωνα με τη δήλωση ΕΕ-Τουρκίας του 2016. Προς τούτο, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί τον Πρόεδρό του, σε συνεργασία με την Πρόεδρο της Επιτροπής και με την υποστήριξη του Ύπατου Εκπροσώπου, να καταρτίσει πρόταση για την αναζωογόνηση του θεματολογίου ΕΕ-Τουρκίας.

Κατ’ αρχάς σε αυτή την παράγραφο θεωρείται δεδομένο ότι οι εποικοδομητικές προσπάθειες της Τουρκίας έχουν ξεκινήσει και στην Κύπρο (εφόσον γίνεται αναφορά για συνέχισή τους) – κάτι το οποίο δεν ισχύει. Ωστόσο τα καρότα-κίνητρα που δίνονται – υπό τις εν λόγω αμφιλεγόμενες προϋποθέσεις – στην Τουρκία μέσα σε λίγες μόνο γραμμές φανερώνουν μια δραματική προσπάθεια διατήρησης μιας λειτουργικής σχέσης με την Τουρκία η οποία θα εξασφαλίζει (ή δεν θα θέτει σε κίνδυνο) συμφέροντα συγκεκριμένων κρατών-μελών της ΕΕ, και (ιδεατά) θα αποτρέπει την περαιτέρω αποθράσυνση/απομάκρυνση/εναντίωση της Τουρκίας.

Άξιο ιδιαίτερης αναφοράς – και ιδιαίτερα προβληματικό – είναι το σημείο για την Τελωνειακή Ένωση καθότι εδώ δίνεται η εντύπωση ότι η Τελωνειακή Ένωση Τουρκίας-ΕΕ θα μπορούσε να αναβαθμιστεί μόνο στη βάση των “εποικοδομητικών προσπαθειών” της Τουρκίας, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι νομικές υποχρεώσεις της τελευταίας σχετικά με το εμπάργκο που εφαρμόζει έναντι της Κύπρου (λόγω μη αναγνώρισης). Μια υποχρέωση που αποτυπώνεται και στο Πρόσθετο Πρωτόκολλο Τουρκίας-ΕΟΚ/ΕΕ του 2005 λόγω της διεύρυνσης που προηγήθηκε το 2004. Στο τέλος, λοιπόν, της παραγράφου 19 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλεί τους ανώτατους θεσμούς να προχωρήσουν με αυτές τις σκέψεις – περιλαμβανομένης της Τελωνειακής Ένωσης – παρακάμπτοντας τα ανωτέρω νομικά ζητήματα και ουσιαστικά το Ευρωπαϊκό Κεκτημένο αφήνοντας πολλούς να διερωτούνται αν τελικά η Κυπριακή Δημοκρατία είναι όντως για κάποιους “εκλίπούσα” ή, εν πάση περιπτώσει, πού ήταν όταν τα Συμπεράσματα αυτά γράφονταν. Και όλα αυτά όταν στην παράγραφο 26, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο “Συμφωνεί ότι θα πρέπει να επιβληθούν περιοριστικά μέτρα [στη Λευκορωσία] και καλεί το Συμβούλιο να εγκρίνει την απόφαση χωρίς καθυστέρηση.”

Συμπερασματικά

Συμπερασματικά, η κυπριακή εξωτερική πολιτική όχι μόνο δεν κατάφερε να επιτύχει τους στόχους τους οποίους είχε θέσει και να πραγματοποιήσει τις υψηλές προσδοκίες (που για ακόμα μια φορά λανθασμένα εξήγγειλε), αλλά επέτρεψε τη δημιουργία χειρότερων αποτελεσμάτων που μπορεί να επιφέρουν πολύ μεγαλύτερα προβλήματα στο μέλλον. Η διασύνδεση των κυπριακών προβλημάτων με το θέμα της Λευκορωσίας τελικά δεν έγινε, το βέτο τελικά δεν απέφερε τα επιθυμητά, τα υπόλοιπα κράτη-μέλη δεν πείστηκαν (ή δεν υπέκυψαν) αλλά μάλλον το αντίθετο. Το συγκείμενο και η συγκυρία δεν έτυχε σωστής ανάγνωσης και αναλώθηκε σημαντικό διπλωματικό (και “ηθικό”) κεφάλαιο σε μια προσέγγιση που ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία από την αρχή. Σε μια προσέγγιση που ακόμα και αν ήταν επιτυχημένη, τα οποιαδήποτε μέτρα (εφόσον περιορίζονταν στην προσθήκη ονομάτων στην λίστα των μέτρων) δεν θα έφερναν κανένα αποτέλεσμα. Μια τέτοια διπλωματική επιμονή θα ήταν δικαιολογημένη μόνο αν οι υπολογισμοί ήταν πιο σωστοί, αν ο σχεδιασμός ήταν προσεκτικός, αν η ρητορική και η επικοινωνία δεν ήταν πομπώδης, και αν το αναμενόμενο αποτέλεσμα θα ήταν πιο ουσιαστικό και περιλάμβανε σφοδρές κυρώσεις οικονομικού/εμπορικού/χρηματοπιστωτικού τύπου.

Του Ζήνωνα Τζιάρρα

Leave a Reply