Site icon Geopolitical Cyprus

Η Ελλάδα από το 2020 στο 2021-Μέρος 3ο: Προσφυγική-Μεταναστευτική Κρίση

Advertisements

Το Geopolitical Cyprus σε συνεργασία με τον Δρ. Βασίλειο Καρακάση παρουσιάζει μια σειρά τεσσάρων κειμένων που προβαίνουν σε μια αποτίμηση τεσσάρων διαφορετικών κρίσεων που αντιμετωπίσε η Ελλάδα το 2020 και ενδέχεται να συνεχίσει να αντιμετωπίζει το 2021. Πιο κάτω μπορείτε να διαβάσετε το 3ο Μέρος που ασχολείται με την προσφυγική-μεταναστευτική κρίση.

H διαχείριση κρίσεων συνιστά αναπόσπαστο κομμάτι διακυβέρνησης σε κάθε χώρα και σε κάθε κοινότητα. Διαπιστώνουμε την ύπαρξη μιας κρίσης όταν θεμελιώδεις αξίες που συντηρούν μια κοινωνία, πχ. ασφάλεια, παιδεία, ευημερία, υγεία, περιβάλλον, δικαιοσύνη, τίθενται υπό μία πραγματική απειλή. Το πώς την αντιλαμβάνονται και πώς τη διαχειρίζονται οι εκάστοτε ηγεσίες παράγει μαθήματα, παραστάσεις και εικόνες οι οποίες με τη σειρά τους διαμορφώνουν μια στρατηγική κουλτούρα στη διακυβέρνηση. H στρατηγική κουλτούρα βοηθά αυτούς που βρίσκονται σε θέση εξουσίας και αυτούς που τους συμβουλεύουν να μετατρέπουν την αβεβαιότητα, ενδημικό στοιχείο της κρίσης, σε λελογισμένο ρίσκο για την διαμόρφωση πολιτικών και την αντιμετώπιση μελλοντικών κρίσεων. Αυτό δεν μας επιτρέπει φυσικά να ταυτίζουμε το ρίσκο με την κρίση. Η απειλή, η αβεβαιότητα και ο επείγων χαρακτήρας είναι βασικά συστατικά της κρίσης. Αυτή η πτυχή πρέπει να ληφθεί υπόψη προτού γίνει μια αποτίμηση των σημαντικότερων, κατά την άποψη του γράφοντος τουλάχιστον, κρίσεων που κλήθηκε να διαχειριστεί η παρούσα ελληνική κυβέρνηση στη διάρκεια του παρελθόντος annus horribilis.

Οι υπό διερεύνηση κρίσεις εδώ είναι οι εξής τέσσερις: η υγειονομική, η οικονομική-δημοσιονομική, η προσφυγική και οι εντάσεις με τη Τουρκία. Το παρόν κείμενο αφορά στη διαχείριση της προσφυγικής-μεταναστευτικής κρίσης.


Το πλαίσιο

Η προσφυγική κρίση του 2015-16 και η απότομη αύξηση των ροών από τη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική δημιούργησαν ένα ασφυκτικό πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Στην προσπάθεια ανάσχεσης των προσφυγικών ροών επετεύχθη η ευρω-τουρκική συμφωνία τον Μάρτιο του 2016, η οποία προέβλεπε μεταξύ άλλων τα εξής:

  1. η Τουρκία θα αναλάμβανε την υποχρέωση να αποδεχτεί την άμεση επιστροφή παράτυπων μεταναστών από την Ελλάδα, και μέτρα για την φύλαξη των συνόρων της,
  2. η ΕΕ θα χρηματοδοτούσε την υλοποίηση συγκεκριμένων projects στο πεδίο της υγείας, της σίτισης, της εκπαίδευσης, των υποδομών μέσω του Facility of Refugees στη Τουρκία
  3.  η ΕΕ θα προωθούσε την απελευθέρωση της βίζας για τους Τούρκους πολίτες, θα αναβάθμιζε την τελωνειακή ένωση ΕΕ-Τουρκίας και θα επαν-ενεργοποιούσε τις ενταξιακές διαδικασίες

Υπήρξαν αντιδράσεις από την  Ύπατη Αρμοστεία (UNHCR) και τη Διεθνή Αμνηστία για τη νομιμότητα αυτής της συμφωνίας, ιδιαίτερα κατά πόσο θα διασφάλιζε την αρχή της μη-επαναπροώθησης όπως αυτή προστατεύεται από τη Σύμβαση της Γενεύης για το καθεστώς προσφύγων. Από την άλλη, οι συμβιβασμοί που έπρεπε να γίνουν εντός ΕΕ και ιδιαίτερα με χώρες αρνητικά διακείμενες στην υποδοχή αιτούντων άσυλο οδήγησαν σε αυτή τη συμφωνία.

Το μεγαλύτερο «αγκάθι» αυτής αποτέλεσαν ο γεωγραφικός περιορισμός και η υποχρεωτική παραμονή των αιτούντων άσυλο στα έξι νησιά του Ανατολικού Αιγαίου (Λέσβος, Σάμος, Χίος, Λέρος, Ρόδος και Κως) και τα ειδικά ΚΥΤ (Κέντρα Υποδοχής και Ταυτοποίησης). Ο περιορισμός αυτός προκάλεσε μια άνευ προηγούμενου «ασφυξία» τόσο στους ίδιους τους αιτούντες άσυλο όσο και στις τοπικές κοινωνίες των νησιών. Το 2018 το ΣτΕ (Συμβούλιο της Επικρατείας)  ήρε τον γεωγραφικό περιορισμό και επέτρεψε την ελεύθερη μετακίνηση όσων θα έφταναν στα νησιά μετά τη δημοσίευση της απόφασής του. Η απόφαση καθ’ αυτήν, όμως, δεν είχε αναδρομική ισχύ με αποτέλεσμα ο αριθμός διαμενόντων στα νησιά να ξεπερνά κατά πολύ τη χωρητικότητα των ΚΥΤ, ιδιαίτερα σε Λέσβο, Σάμο και Κω. Χαρακτηριστική είναι η κατάσταση στον μεγαλύτερο καταυλισμό της Ευρώπης, στην Μόρια της Μυτιλήνης, όπου, σύμφωνα με στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας, ενώ η προβλεπόμενη χωρητικότητα ήταν για 2.200 άτομα, διέμεναν 12.600 (!!!), με μία τουαλέτα να αναλογεί σε 100 άτομα. Δικαιολογημένα ο καταυλισμός χαρακτηρίστηκε ως η «ντροπή της Ευρώπης». Το ΚΥΤ στο Βαθύ της Σάμου φιλοξένησε κοντά στα 7000 άτομα ενώ η προβλεπόμενη χωρητικότητα ήταν για 650. Αντίστοιχα στο ΚΥΤ της Κω διέμεναν 3000 άνθρωποι ενώ οι εγκαταστάσεις ήταν για 700.

Δεδομένης αυτής της εικόνας και προτού γίνει μια σύντομη αναδρομή στη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης το 2020, πρέπει να ληφθεί υπόψη και ο ρόλος της ελληνικής κοινής γνώμης, η οποία βάσει των διεξαχθεισών ερευνών, είναι αρνητικά διακείμενη στην «μη καλοδεχομούμενη»[1] μετανάστευση ανθρώπων από χώρες εκτός ΕΕ[2]. Σύμφωνα με έρευνα για το Ευρωβαρόμετρο, το χειμώνα του 2019, οι συμμετέχοντες στην έρευνα ανέδειξαν το μεταναστευτικό ως το σημαντικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν η Ελλάδα και οι πολίτες της, με την ανεργία να έρχεται στην 2η θέση των προκλήσεων που τους ταλανίζουν. Στην ίδια έρευνα οι Έλληνες τάχθηκαν αναφανδόν υπέρ της ενίσχυσης των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ με την τοποθέτηση περισσότερων Ευρωπαίων συνοριοφυλάκων και ακτοφυλάκων[3]. Σε μία έρευνα της διαΝΕΟσις με το γερμανικό ίδρυμα Hanns Seidel και την εταιρεία ερευνών Marc, το 85,2% των 1000 ερωτηθέντων θεωρεί τον αριθμό μεταναστών στη χώρα «υπερβολικά» και «αρκετά» μεγάλο και το 56,2% τον αντίκτυπό τους στην οικονομία αρνητικό. Πέραν αυτού, το 57,6% θεωρεί ότι η παρουσία των μεταναστών αποτελεί κίνδυνο αλλοίωσης της εθνικής τους ταυτότητας.

Η διαχείριση της προσφυγικής/μεταναστευτικής κρίσης περικλείει πολλές πτυχές οι οποίες δεν δύνανται να αναλυθούν στα πλαίσιο του παρόντος κειμένου, όπως ζητήματα εθνικής και κοινωνικοοικονομικής συνοχής ενόσω παρατείνεται η δοκιμασία της ψυχολογίας των Ελλήνων και των μεταναστών από την παράταση της πανδημίας. Θα αναφέρουμε εν συντομία τις πρωτοβουλίες που ανέλαβε η κυβέρνηση και θα κάνουμε μια εκτίμηση για το τι μέλει γενέσθαι.

Οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες και η μείωση αφίξεων

Σύμφωνα με τις δηλώσεις του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου, το «2020 καταγράφηκε ως χρονιά – ορόσημο στο μεταναστευτικό καθώς συντελέστηκε δραστική αλλαγή και ουσιαστική βελτίωση σε όλους τους τομείς».  Ψηφίστηκε νομοσχέδιο με βασικούς άξονες τον περιορισμό των συνεπειών της προσφυγικής/μεταναστευτικής κρίσης στις τοπικές κοινωνίες των προαναφερθέντων νησιών και μεγαλύτερη επιτάχυνση των διαδικασιών ασύλου. Εξαιρετικά καίριας σημασίας αποτέλεσε η μείωση χρόνου έκδοσης των αποφάσεων για τις προσφυγές αιτούντων άσυλο κατόπιν απορριπτικής απόφασης σε πρώτο βαθμό.

Πέραν αυτού, με νέο νόμο συστάθηκε Ηλεκτρονικό Μητρώο ορίζον τις προϋποθέσεις εγγραφής και λειτουργίας των ΜΚΟ με ελληνικό ΑΦΜ στη χώρα μας, με σκοπό να καταγραφούν οι δραστηριότητές τους. Μέσω αυτού του νέου νόμου, οι ελληνικές αρχές διερεύνησαν εντατικότερα τον ρόλο ορισμένων ΜΚΟ που δραστηριοποιούνται στο μεταναστευτικό. Από την άλλη προέκυψαν και ερωτηματικά για την διαφάνεια με την οποία τα νεοθεσμοθετημένα κριτήρια εφαρμόστηκαν στην πράξη.

Τέλος, σημαντική πρωτοβουλία υπήρξε η θέσπιση της Ειδικής Γραμματείας Προστασίας Ασυνόδευτων Ανηλίκων. Ο νεοσύστατος αυτός οργανισμός εν συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Άσυλο (EASO), έντεκα κράτη-μέλη της ΕΕ και τη Νορβηγία, την Ύπατη Αρμοστεία, τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης και τη UNICEF δημιούργησαν ad hoc διαδικασίες για τη μετεγκατάσταση χιλιάδων ασυνόδευτων ανηλίκων (unaccompanied minors).

Ορισμένοι αριθμοί δικαίωσαν τις προσδοκίες της κυβέρνησης για αποσυμφόρηση των ΚΥΤ. Όπως αναδεικνύουν η Ύπατη Αρμοστεία (στο κάτω διάγραμμα) αλλά και τα αναλυτικά στοιχεία του Υπουργείου Μετανάστευσης σημειώθηκε ραγδαία μείωση αφίξεων, η οποία οφείλεται εν μέρει στη αποτελεσματικότητα του κρατικού μηχανισμού αλλά κατά κύριο λόγο στην διασπορά της πανδημίας του κορονοϊού και την επιβολή περιοριστικών μέτρων στις χώρες προέλευσης των αιτούντων άσυλο αλλά και την Τουρκία. Πέραν αυτού, εκδόθηκαν 106.000 αποφάσεις ασύλου σηματοδοτώντας μια αύξηση της τάξης του 64% σε σχέση με το 2019 και μειώθηκαν οι εκκρεμείς υποθέσεις κατά 43%. Βάσει των στοιχείων του Υπουργείου, έγιναν 11.304 αποχωρήσεις από τη χώρα μέσω απελάσεων, οικειοθελών αποχωρήσεων και μετεγκαταστάσεων. Οι παράμετροι αυτές οδήγησαν και στη σταδιακή αποσυμφόρηση των ΚΥΤ που αποτελούσε ευθύς εξαρχής στόχο και προεκλογική δέσμευση της κυβέρνησης.

Πηγή: UNHCR (2021)

Το ανθρωπιστικό τίμημα

Τα αποτελέσματα αυτά συνοδεύτηκαν από ένα σημαντικό ανθρωπιστικό τίμημα, όπως αυτό αποτυπώθηκε μέσω ανοικτής επιστολής 29 οργανώσεων ανθρωπιστικών δικαιωμάτων προς την Ελληνική Βουλή και η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα. Επικαλούμενες λεπτομερείς αναφορές και εκθέσεις του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι οργανώσεις αυτές υπογράμμισαν την ανάγκη διερεύνησης πολυάριθμων καταγγελιών για τη διενέργεια παράνομων επιστροφών (μέσω επαναπροωθήσεων) ομάδων και ατόμων από την Ελλάδα προς τη Τουρκία με τη συνέργεια μη-ταυτοποιημένων μασκοφόρων. Τόνισαν, μεταξύ άλλων, αναφορές για εγκατάλειψη μεταναστών στη θάλασσα σε φουσκωτά χωρίς μηχανή, ρυμούλκηση πλοίων που μετέφεραν μετανάστες στα τουρκικά ύδατα (pushbacks) και επίθεση σε βάρκες με μετανάστες. Δημοσίευμα της εφημερίδας Der Spiegel και άλλων ερευνητικών ιστοτόπων αναφέρουν εμπλοκή της Frontex στα λεγόμενα pushbacks με αποτέλεσμα η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (της OLAF, που δρα υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής) και ο Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής να διερευνούν το θέμα θέτοντας τον διοικητή της Frontex προ των ευθυνών του[4].

Οι δύο (από τις πολλές) κρίσεις εντός του 2020

Η ελληνική κυβέρνηση κλήθηκε, μεταξύ άλλων, να διαχειριστεί και δύο σημαντικές κρίσεις στο πλαίσιο του προσφυγικού/μεταναστευτικού  ζητήματος. Η πρώτη προέκυψε τον Φεβρουάριο του 2020, όταν η Τουρκική κυβέρνηση ανακοίνωσε[5] ότι θα σταματούσε να συντηρεί εκατοντάδες χιλιάδες αιτούντες άσυλο στο έδαφός της, παραβιάζοντας κατάφωρα την προαναφερθείσα ευρω-τουρκική συμφωνία. Η ανακοίνωση αυτή συνοδεύτηκε από την απόπειρα πολλών εξ αυτών να εισέλθουν βιαίως εντός ελληνικού εδάφους στον Έβρο, αν όχι με τη συνέργεια πάντως με την ανοχή των τουρκικών αρχών. Η ΕΕ εξέλαβε την κίνηση αυτή ως εκβιασμό εκ μέρους της Τουρκίας για παροχή επιπρόσθετης χρηματοδοτικής βοήθειας. Όπως ανέφερε το Reuters, Ευρωπαίος αξιωματούχος αποτιμώντας τη συνεργασία ΕΕ-Τουρκίας στη διαχείριση του προσφυγικού/μεταναστευτικού δήλωσε: “You sleep with the devil, you wake up in hell – there is where we are now”. Το περιστατικό αυτό ανέδειξε με εμφατικό τρόπο πως αποβαίνουν οι άνθρωποι αντικείμενο εργαλειοποίησης με στόχο την επίτευξη γεωπολιτικών ή οικονομικών σκοπιμοτήτων. Υπό το φόβο των εισροών, οι ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας, με τη στήριξη της Frontex και τη συνδρομή μιας Αυστριακής ομάδας Cobra (αντίστοιχης της Ελληνικής ΕΚΑΜ[6]) αντέδρασαν με δακρυγόνα και απομάκρυναν τους αιτούντες άσυλο προκαλώντας, ταυτόχρονα, τη μήνη του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων.  

Η δεύτερη κρίση έλαβε χώρα τον Σεπτέμβριο του 2020 με τον εμπρησμό του καταυλισμού στη Μόρια της Λέσβου. Το γεγονός καθαυτό με τη δημοσιότητα που πήρε ανέδειξε τις συνθήκες εξαθλίωσης που βίωναν οι διαμένοντες εκεί ενώ προκλήθηκαν και εντάσεις με τους κατοίκους του νησιού οι οποίοι είδαν ότι μια παρουσιαζόμενη ως προσωρινή κατάσταση κρίσης το 2015 είχε πλέον «παγιοποιηθεί». Ελλείψει υποδομών πολλοί εκ των διαμενόντων αναγκάζονταν να κοιμηθούν στους δρόμους. Μετά τον εμπρησμό, στα μέσα του φθινοπώρου του 2020, 7.500 περίπου άνθρωποι μεταφέρθηκαν σε ένα νέο προσωρινό (;;) κέντρο στο Καρά Τεπέ, με τις συνθήκες διαβίωσης να μη θεωρούνται ανθρώπινες, όπως καταγράφει ένα οδοιπορικό του The Press Project. Από τη στιγμή, όμως, που η πρόσβαση δημοσιογράφων και φωτογράφων στο κέντρο έχει απαγορευτεί (οι ελληνικές αρχές επικαλούνται την ανάγκη αποφυγής διασποράς του ιού) η όποια καταγραφή γίνεται εδώ με επιφύλαξη. Για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση, η Γερμανική κυβέρνηση, εν μέσω εσωκομματικών αντιδράσεων, ανέλαβε την υποδοχή και εγκατάσταση 1500 περίπου προσφύγων στη Γερμανία από όλα τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου[7].

Τα στοιχήματα για το μέλλον

Οι ροές μπορεί να μειώθηκαν και μπορεί να μειωθούν ακόμα περισσότερο το 2021 όσο η απειλή της πανδημίας θα σκιάζει την υφήλιο. Αυτό δεν σημαίνει ότι η διαχείριση του προσφυγικού/μεταναστευτικού ζητήματος θα έχει έρθει εις αίσιον πέρας. Είναι σπάνιο μια πολιτική να φέρνει άμεσα και «τελικά» αποτελέσματα σε αυτό που στην αγγλόφωνη βιβλιογραφία περιγράφεται/ορίζεται ως «wicked problems». Ο λόγος είναι ότι τα γενεσιουργά αίτια αυτού του φαινομένου παραμένουν συστημικά. Το Νοέμβριο του 2020 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έθεσε επί τάπητος τη θέσπιση μιας νέας Συμφωνίας για τη Μετανάστευση και το Άσυλο που θα αντικαθιστούσε την προϋπάρχουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η νομική ισχύς της τελευταίας, απόρροια πολλών (γεω)πολιτικών συμβιβασμών, είχε ένα πιο ad hoc χαρακτήρα και αποδείχτηκε με παραδοχή της ίδιας της Επιτροπής ως δυσλειτουργική.

Τα διακυβεύματα στη διαχείριση του ζητήματος αυτού είναι βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Σε πρώτη φάση, πρέπει να τονιστεί ότι ακόμα και εντός των καταυλισμών η συμβίωση ανθρώπων με διαφορετικά πολιτισμικά υπόβαθρα δεν είναι αρμονική. Επιπροσθέτως, έχουν παρατηρηθεί φαινόμενα όπου οι εχθρότητες που σημειώθηκαν σε χώρες προέλευσης των ανθρώπων αυτών, όπως στο Αφγανιστάν και στη Συρία, μπορεί να «μεταφέρθηκαν» στους καταυλισμούς όπου κλήθηκαν οι αρχικά «αντίπαλες» πλευρές» να συνυπάρξουν. Εκτός αυτού η καχυποψία έναντι των αστυνομικών και των τοπικών αρχών καθιστά τη διαχείριση ακόμα δυσκολότερη. Προκύπτουν επίσης ζητήματα συντονισμού των εθνικών και τοπικών φορέων με τις ΜΚΟ. Ας ελπίσουμε με την πάροδο του χρόνου το κόστος διάδρασης μεταξύ των εμπλεκομένων μερών να μειωθεί ώστε μαζί με την απαιτούμενη βελτίωση των συνθηκών να καταστεί η διαχείριση του προβλήματος πιο «ομαλή» (όσο αυτό είναι εφικτό).

Τέλος, ενώ χαιρετίζεται η πρωτοβουλία της μετεγκατάστασης των ασυνόδευτων ανηλίκων για ένα καλύτερο μέλλον σε άλλες χώρες της ΕΕ, ερωτηματικό αποτελεί το τί μέλει γενέσθαι με τους ενήλικες αιτούντες άσυλο στη χώρα μας. Η υφιστάμενη οικονομική κρίση και οι προβληματικές υποδομές στην αγορά εργασίας στην Ελλάδα δεν προοιωνίζουν το καλύτερο μέλλον για την ενσωμάτωσή τους. Όπως σημειώνει μια αναλυτική έκθεση της διαΝΕΟσις  η ένταξη των μεταναστών αγγίζει κοινωνικο-οικονομικές πτυχές που ταλανίζουν τόσο τη χώρα μας όσο και πολλές άλλες χώρες της ΕΕ: δημογραφικό, κοινωνική συνοχή και ταυτοτική σύγχυση, βιωσιμότητα του ασφαλιστικού/συνταξιοδοτικού συστήματος,  ποιότητα και ποσότητα εργατικού δυναμικού (μεταξύ άλλων). Πέραν αυτού, η μεταναστευτική πολιτική έχει οριοθετηθεί σε πολλές χώρες ως ζήτημα εθνικής ασφαλείας (securitization). Η οριοθέτηση αυτή έχει επίσης προκαλέσει έξαρση του αντι-μεταναστευτικού λαϊκισμού. Για αυτό το λόγο η χάραξη μιας μακρόχρονης στρατηγικής στο προσφυγικό εκ μέρους της ΕΕ και η εφαρμοστικότητά της σε χώρες υποδοχής όπως η Ελλάδα (αλλά και η Ιταλία) δεν αποτελούν πολυτέλεια αλλά ανάγκη.

Του Δρ. Βασιλείου Π. Καρακάση, Λέκτορα στο Πανεπιστήμιο Leiden και Διευθυντή του Sen Foundation of Research & Education on International Cooperation


[1] Χρησιμοποιείται ο ίδιος όρος από την Έκθεση

[2] Το ποσοστό φτάνει στο 72% και είναι από τα υψηλότερα που καταγράφει η έρευνα μετά από αυτά της Σλοβακίας (76%), Τσεχίας, Λετονίας και Εσθονίας (74%).

[3] Σε ποσοστό 91% έναντι 70% της ΕΕ-27, αριθμός που καταγράφεται και ανάμεσα στους Κύπριους πολίτες.

[4] Δεν είναι η πρώτη φορά που το ανθρωπιστικό τίμημα στη διαχείριση της προσφυγικής/μεταναστευτικής κρίσης ερχόταν στο φως της δημοσιότητας.  Όπως ανέφερε δημοσίευμα γερμανικής ιστοσελίδας, το διοικητικό εφετείο του Munster στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία απαγόρευσε την απέλαση δύο προσφύγων στην Ελλάδα, μετά από απόρριψη αιτήματός τους για άσυλο από την Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Μετανάστευσης. Ο λόγος της απαγόρευσης, βάσει του ίδιου δημοσιεύματος, ήταν ο φόβος μήπως τύχουν απάνθρωπης και υποτιμητικής διαχείρισης στη χώρα μας.

[5] Με πρόσχημα τον θάνατο 33 Τούρκων στρατιωτών στο Ιντλίμπ.

[6] Ειδική Κατασταλτική Αντιτρομοκρατική Ομάδα

[7] Και όχι μόνο από τη Μυτιλήνη για να μη περάσει το «λάθος» μήνυμα από τον εμπρησμό.

Exit mobile version