Όταν τον Φεβρουάριο του 2018 η Τουρκία παρεμπόδιζε στην πράξη την τοποθέτηση της πλατφόρμας Saipem 12000 της ιταλικής ΕΝΙ στο θαλάσσιο τεμάχιο «3» της ΑΟΖ της Κύπρου, στην Άγκυρα η απόφαση για δυναμική ακύρωση του ενεργειακού προγράμματος της ΚΔ, της δημιουργίας τετελεσμένων επί της θαλάσσης και του πειθαναγκασμού της Λευκωσίας σε σχέση όχι μόνο με το Κυπριακό αλλά και με την εξωτερική της πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο, είχε ήδη παρθεί. Στο Υπουργείο Εξωτερικών και στο προεδρικό μέγαρο στην Άγκυρα, όπως είναι σε θέση να γνωρίζει ο «Π», οι διαμορφωτές της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής είχαν αναγνώσει δύο πράγματα: Ότι η κυβέρνηση Αναστασιάδη δεν θα μπει σε μια διαδικασία ταχείας επανέναρξης του διαλόγου στο Κυπριακό και πως θα προχωρήσει με τις εργασίες ερευνών στην ΑΟΖ της –με τον αμερικανικό κολοσσό της Exxon να τρυπά, στα τέλη της ίδιας χρονιάς, σε στόχο (τεμάχιο «10») που φαινόταν ως ο πλέον υποσχόμενος τότε λόγω της γειτνίασης/ομοιότητας με το αιγυπτιακό κοίτασμα του Zohr.
Όταν η Τουρκία συνειδητοποίησε πως η Exxon δεν βρήκε το κοίτασμα που θα άλλαζε τα δεδομένα στην περιοχή, και που θα έπρεπε να την κάνει να σκύψει με άλλο τρόπο πάνω από την Ανατολική Μεσόγειο, η απόφαση για την εφαρμογή του Plan B, στη θάλασσα, τέθηκε σε πλήρη ισχύ. Σχεδόν δύο χρόνια μετά η Τουρκία προχώρησε στην πλήρη προσβολή της κυπριακής θάλασσας, σε νότο και βορρά, με δύο γεωτρύπανα και δύο ερευνητικά να πλέουν στην περιοχή από την περασμένη εβδομάδα, με το ένα να σταθεροποιείται –προκειμένου να τρυπήσει- σε αδειοδοτημένο οικόπεδο της Κυπριακής Δημοκρατίας, ανοικτά του κόλπου του Πισσουρίου. Μια πρωτοφανής κλιμάκωση που δείχνει όχι μόνο την αποφασιστικότητα της Τουρκίας για να αλλάξει άρδην τα δεδομένα –τόσο στο Κυπριακό όσο και στην περιοχή- όσο και μία υπενθύμιση των λαθών και των παραλείψεων της δικής μας πλευράς. Κυριότερα: Του αν σταθμίσαμε το πόσο σοβαρά η Τουρκία προσέλαβε τις δικές μας κινήσεις –χωρίς διάλογο στο Κυπριακό- ως κινήσεις κλιμάκωσης.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως αναφέρουν στον «Π» ευρωπαϊκές πηγές που παρατηρούν τις εξελίξεις στη Κύπρο, δεν υπάρχει διεθνές δίκαιο. Μόνο ωμή realpolitik και ισχύς. «Στη Κύπρο συντελείται από την Τουρκία αυτή τη στιγμή ό,τι έγινε στο Αιγαίο το 1978, το 1987, το 1996 και συνεχίζει έως σήμερα με τις εικονικές αερομαχίες», σημειώνει στον «Π» πηγή που γνωρίζει. Το διεθνές δίκαιο μπορεί να παραβιάζεται, με πασιφανή τρόπο, εκ μέρους της Τουρκίας, το επιχείρημα όμως στήνεται για πολιτική κι εργαλειακή χρήση και ενδύεται και του «νομικού μανδύα του». Και βρίσκεται εκεί.
Κατάρρευση αφηγημάτων
Αυτό που προκύπτει από την κατάσταση ενώπιόν μας είναι πως τα όπλα στην κυπριακή φαρέτρα, προκειμένου η Τουρκία να αποχωρήσει από την κυπριακή ΑΟΖ και τα πράγματα να επιστρέψουν σε συνθήκες ομαλότητας, είναι περιορισμένα. Στην κυπριακή δημόσια σφαίρα, τα αφηγήματα κατέρρευσαν το ένα μετά το άλλο. Η Τουρκία και τρυπάνια βρήκε, και κατόρθωσε να τα στελεχώσει με προσωπικό (από τον drilling supervisor μέχρι αυτόν με το… τσιμέντο) και, όπως τέλος πάντων το έπραξε, προέβη σε γεωτρήσεις δυτικά (Fatih) και πέριξ της Καρπασίας.
Οι εμπλεκόμενες εταιρείες κολοσσοί –όπως η Total και η ΕΝΙ- μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές εδώ οι γραμμές δεν λειτούργησαν αποτρεπτικά ως προς τις ακυρωτικές κινήσεις της Τουρκίας που εισέβαλε -στο πρόσφατα αδειοδοτημένο στη γαλλοϊταλική κοινοπραξία- «7», ενώ η πολιτική των Τριμερών με τα κράτη της περιοχής δεν απέδωσε (μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές εδώ οι γραμμές, το Υπουργείο Εξωτερικών του Ισραήλ, βασικής χώρας του σχήματος με Αίγυπτο κι Ελλάδα, δεν έχει εκδώσει επίσημη ανακοίνωση για τις παραβιάσεις, από τον Μάιο, των τουρκικών γεωτρύπανων στην κυπριακή ΑΟΖ).
Αξίζει εδώ να αναφερθούμε βέβαια στα όσα έχουν γραφτεί δημοσίως για τα εντάλματα σύλληψης επί του προσωπικού των τρυπανιών, το «εμπάργκο» και τις κυρώσεις σε επίπεδο ΕΕ. Σε καμία περίπτωση αυτές οι κινήσεις εκ μέρους της ΚΔ δεν μπορούν να ιδωθούν απαξιωτικά: Η Κύπρος, μια μικρή νησιωτική χώρα, μέλος της ΕΕ υπό στρατιωτική κατοχή, έχει ως μοναδικό όπλο της το διεθνές δίκαιο και την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Ωστόσο, η έκδοση ενταλμάτων σύλληψης λειτουργεί περισσότερο προληπτικά (preemptively) ως «απειλή χρήσης ισχύος» και ουχί ως όπλο στο τραπέζι. Το ίδιο και οι κυρώσεις, σε μια χρονική συγκυρία που η ΕΕ θέτει ως ύψιστη προτεραιότητα την αποφυγή μιας νέας προσφυγικής κρίσης –όντας δύο φορές προσεκτική στη σχέση της με την Τουρκία. Γι’ αυτό και αμφότερες οι κινήσεις α. δεν απέδωσαν ως προς τον αντικειμενικό στόχο, την αποτροπή δηλ. της Τουρκίας να προχωρήσει με τις έκνομες γεωτρήσεις της και β. σε επίπεδο πρόληψης από την τουρκική πλευρά έγιναν αντιληπτές ως κλιμάκωση.
Από το Παρίσι στο Κάιρο
Τόσο η Γαλλία του Μακρόν, όσο και η Αίγυπτος, δείχνουν να παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις. Για το Παρίσι, σύμφωνα με ασφαλείς πηγές, η είσοδος του Yavuz στην κυπριακή ΑΟΖ αλλάζει τα δεδομένα των σχεδιασμών τους στην περιοχή. Για την Αίγυπτο, η ευθεία αμφισβήτηση θαλάσσιας περιοχής που έχει οριοθετηθεί με την Κύπρο από το 2003 –όπως και η θέση του Fatih, αποτελεί πιο σύνθετο πρόβλημα, με το Κάιρο να λαμβάνει –και λόγω ιδεολογικής αντιπαλότητας Σίσι-Ερντογάν- τα σχετικά μηνύματα που αποστέλλει η Άγκυρα. Στην παρούσα φάση όμως ο κλήρος πέφτει στην Total –πάνω στην οποία στήθηκε, προ μηνών, το αφήγημα τού «Η Γαλλία δεν είναι Ιταλία» ως προς την, εκφρασθείσα δημόσια από τον ίδιο τον Γάλλο Πρόεδρο, πρόθεση «περί μη ανοχής τουρκικών παραβιάσεων στην κυπριακή ΑΟΖ».
Αφήγημα που εμπλουτίστηκε από την αναβαθμισμένη στρατηγική συνεργασία Παρισιού-Λευκωσίας και της φημολογίας για παραχώρηση στρατιωτικών διευκολύνσεων στο Μαρί. Εκτός απροόπτου, η Total, ολοκληρώνοντας τον προσεχή Δεκέμβριο ερευνητική γεώτρηση στην ΑΟΖ του Λιβάνου, θα πρέπει να μεταβεί στο τεμάχιο «6» ή σε σημείο του «7» προκειμένου να προχωρήσει με νέα ερευνητική ή επιβεβαιωτική γεώτρηση επί των δεδομένων του «Καλυψώ». Έμπειροι ξένοι παρατηρητές αναφέρουν στον «Π» πως ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα αποτελούσε σημείο καμπής: Ή θα υπάρχει το παράδοξο η Τουρκία να βρίσκεται εντός του «7» και η Total δίπλα, ή κάτω από το τουρκικό γεωτρυπάνο ή, σημαντικότερα, χωρίς την επανάληψη του σκηνικού με την ENI, η Total θα τηρήσει στάση αναμονής και θα μεταθέσει σε μεταγενέστερο χρόνο τη γεώτρηση. «Μια έμμεση ακύρωση της γεώτρησης της Total», όπως αναφέρει στον «Π» πηγή που γνωρίζει.
Παρατηρώντας τέλος τη διελκυνστίδα ανταγωνισμού ισχύος μεταξύ Παρισιού και Άγκυρας με φόντο τη Λιβύη και το Συριακό, αλλά και σε σχέση με το προσφυγικό σε ευρωπαΐκό επίπεδο, αυτό που καθίσταται σαφές είναι πως το κυρίαρχο σενάριο δεν εδράζεται σε δυναμική αντίδραση εκ μέρους του Γάλλου Προέδρου –εφόσον δεν υπάρξει ευθεία παρενόχληση από την Τουρκία σε πλατφόρμα της Total- αλλά μόνο σε διπλωματική στήριξη. Δεδομένη λόγω του επιπέδου των διμερών σχέσεων Γαλλίας-Κύπρου.
Τι να αναμένουμε
Καλά ενημερωμένες πηγές αναφέρουν στον «Π» πως πέραν του αν υπάρξει πετυχημένη γεώτρηση ή όχι στο «7», η Τουρκία δεν θα περιοριστεί στην παρουσία της μόνο σε ένα αδειοδοτημένο θαλάσσιο τεμάχιο της κυπριακής ΑΟΖ. Η παρουσία και μόνο του γεωτρύπανου επιτυγχάνει τους στόχους που η ίδια θέτει ως προς το ολιστικό γκριζάρισμα της κυπριακής ΑΟΖ. Αυτό που δεν πρέπει να αποκλειστεί ωστόσο από την ανάλυση εδώ είναι το πώς η Άγκυρα διαχειρίζεται τους χρόνους της κλιμάκωσης στην οποία προχώρησε. Αν το Yavuz, που δεσμεύει το «7» έως τα τέλη Ιανουαρίου με τουρκική NAVTEX, εξαντλήσει τον χρόνο παραμονής του, τότε μια νέα NAVTEX θα μπορούσε να πράξει το ίδιο έως την ημερομηνία των «εκλογών» στα κατεχόμενα (δύο NAVTEX Οκτώβριος-Ιανουάριος και Ιανουάριος-Απρίλιος ανά δύο τρίμηνα που καλύπτουν τον χρόνο έως τις εξελίξεις στην ηγεσία της τουρκοκυπριακής κοινότητας).
Το πρώτο τρίμηνο συνεπώς του 2020 το Yavuz θα μπορούσε να μετακινηθεί στα τεμάχια «6» και «4» και «5» (μη αδειοδοτημένα, όπου κινήθηκε επανειλημμένα το Barbaros) με παράλληλη μετάβαση του Fatih στο «3». Εξάλλου, η Τουρκία βαφτίζοντας τον γεωτρητικό στόχο εντός του «7» ως «Μόρφου-1» φωτογραφίζει πως στην ίδια γεωγραφική περιοχή αντιλαμβάνεται ως δυνητικούς γεωτρητικούς στόχους (ιδίως εντός των «4», «5» και «6») και περιοχές όπως «Μόρφου-2» κοκ. Αυτό το σενάριο μέχρι τις λεγόμενες εκλογές στα κατεχόμενα φαντάζει εφιαλτικό –και προς το παρόν αδύνατον να αντιμετωπιστεί από την Κύπρο.
Τι επιδιώκει η Τουρκία
H Άγκυρα έχει ξεκάθαρα, κι ανοικτά, περιγράψει το πώς θα εξελιχθεί η κρίση στην ΑΟΖ ως προς τα αποτελέσματα που επιδιώκει. Παίζει για τέσσερα σενάρια α. το πρώτο το βαφτίζει ως «συμφωνούμε πως διαφωνούμε», συνεπώς έχουν αλληλοσυγκρουόμενους στόχους και διεκδικήσεις β. διμερή συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών (με όποια μορφή λύσης) γ. αναζήτηση διαιτησίας ή δικαστικής επίλυσης και δ. συνεκμετάλλευση και συνδιαχείριση. Αντιλαμβάνεται συνεπώς κανείς πως εντάσσει πλέον, χωρίς επιστροφή, το ζήτημα των υδρογονανθράκων σε παράμετρο του Κυπριακού, αποδίδοντάς του χαρακτηριστικά πολιτικής ισότητας που αφορούν τους Τουρκοκύπριους. Και το εντάσσει λέγοντάς μας πως αυτό θα μπορούσε να επισυμβεί με λύση ή χωρίς λύση και, στην πρώτη περίπτωση, με όποια μορφή λύσης.
Από όλα αυτά, μία επιλογή είναι, βάση ορθολογισμού, το non go για την ελληνοκυπριακή κοινότητα: Η πρώτη επιλογή. Στο worst case scenario τού συμφωνούμε ότι διαφωνούμε η Τουρκία θα τρυπάει όπου κι όποτε θέλει. Και αν, δε, βρει και κοίτασμα (στο «7» έχει θεωρητικά πιθανότητες), τότε το τετελεσμένο αφορά και το τέταρτο σημείο, αν ποτέ υπάρξει κατεύθυνση προς αυτό –με λύση. Αλληλοκαλυπτόμενοι στόχοι στα πλαίσια μιας υπερέχουσας στρατηγικής –με όρους Θεωρίας Παιγνίων σε σχέση με το πώς επέλεξε να αλλάξει το στάτους κβο σε ξηρά (Αμμόχωστος) και θάλασσα (ΑΟΖ) κι αναφορικά με τη δική μας αντίδραση.
Αναζητείται σοβαρότητα
Οι τελευταίοι μήνες ανέδειξαν σε επίπεδο δημόσιας σφαίρας (δημοσιευμάτων του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου, επικοινωνιακής διαχείρισης της κυβέρνησης, περιβάλλοντος social media, δημόσιου διαλόγου) μια προσέγγιση, στην ολότητά της, διαχείρισης κινδύνου (“Threat Management”) της κλιμακούμενης έντασης της Τουρκίας. Η εξωτερική πολιτική της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν κατόρθωσε να παράξει απτά αποτελέσματα, αλλά ούτε και να επιφέρει ουσιαστικό πολιτικό και οικονομικό κόστος στην Τουρκία, παρά τις στοχευμένες προσπάθειές της.
Ο ιστορικός του μέλλοντος πρέπει εδώ να καταγράψει αν αυτή η, επαναλαμβανόμενη, αστοχία οφείλεται σε θεσμικά, δομικά ή άλλα αίτια. Ή αν είναι ένας συνδυασμός όλων αυτών όταν ζητήματα ζωτικής εθνικής σημασίας μπλέκονται με τη μικροπολιτική και την εστίαση στο εσωτερικό ακροατήριο. Ο αντίλογος σε κάτι τέτοιο θα έλεγε «μα δεν φταίμε εμείς». Όταν νυχθημερόν η κάλυψη των ενεργειών της Τουρκίας στον ελληνοκυπριακό Τύπο εδράζεται σε υπερβολές, λογής -λογής αφηγήματα, φοβικά σύνδρομα, ιδεοληψίες, αναίτιο μαξιμαλισμό ή στοχευμένες διαρροές, τότε η αξιοπιστία χάνεται και επικρατεί η συνθήκη εκείνη που μας κάνει να χάνουμε το σημείο εστίασης στον στόχο: Τον τερματισμό της de facto κατάστασης που προκαλεί η Τουρκία στη θάλασσά μας.
Αντί επιλόγου
Σύντομα, η TPAO προχωρεί με τους σχεδιασμούς της και το Yavuz τρυπάει στο «7». Υπάρχει ένας τρόπος να αντιμετωπίσουμε αυτή την κατάσταση. Σε επίπεδο ΕΕ παίζοντας τα ρέστα μας ή με μια ειλικρινή συζήτηση σε εθνικό επίπεδο για το τι θέλουμε και τι επιδιώκουμε στο Κυπριακό. Αν δεν την κάνουμε, μετά τη θάλασσα θα ακολουθήσει, αναπόφευκτα, και η ξηρά. Και η εικόνα του μέλλοντός μας φαντάζει ζοφερή. Αν τη δούμε, έχει καλώς. Εναλλακτικά, μια τραγωδία, όμοια αυτής του 1974, δεν απέχει και πολύ.
Του Γιάννη Ιωάννου
Το άρθρο δημοσιεύτηκε αρχικά στην εφημερίδα “Πολίτης”.