Το να μελετήσει κανείς τον αγώνα της ΕΟΚΑ σε τακτικό επίπεδο και από τη σκοπιά του ατομικού οπλισμού που χρησιμοποιήθηκε είναι ένα συναρπαστικό πεδίο, σε μεγάλο βαθμό ανεξερεύνητο και με επιμέρους ενδιαφέρουσες πτυχές. Πέραν της ιστοριογραφίας, η καταγραφή του οπλισμού μέσω ενός συνδυασμού τεχνικών και ερευνητικών μεθόδων –όπως η εξειδικευμένη γνώση οπλουργίας και το “small arms identification” (εξακρίβωση προέλευσης όπλων από τα μοναδικά του χαρακτηριστικά)– μπορεί να προσφέρει ένα νέο πεδίο για τη Στρατιωτική Ιστορία και την Ιστορία των Μικρών Όπλων της πιο κρίσιμης, ίσως, καμπής της νεότερης κυπριακής ιστορίας. Με τον δρα Ανδρέα Κάρυο, ιστορικό της περιόδου του αγώνα της ΕΟΚΑ και επιστημονικό συνεργάτη του Μουσείου Αγώνος, μελετήσαμε, για τις ανάγκες του περιοδικού «Χρονικό» του «Π» (Δ’ Έκδοση, τχ. 15, Ιούνιος 2018), για πρώτη φορά, τα είδη και την προέλευση του οπλισμού της ΕΟΚΑ με έμφαση στα ατομικά όπλα (περίστροφα, πιστόλια, υποπολυβόλα, τυφέκια, οπλοπολυβόλα).
Η διαρκής μας ενασχόληση με το αντικείμενο (ατομικός οπλισμός στα χρόνια της ΕΟΚΑ) μας οδήγησε, σχεδόν δύο χρόνια μετά, να καταγράψουμε ακόμη δύο όπλα –ίσως τα πλέον συναρπαστικά σε επίπεδο ατομικού οπλισμού– που χρησιμοποιήθηκαν από την επαναστατική οργάνωση την περίοδο της ένοπλης δράσης της: Τις περιπτώσεις της χρήσης του πρώτου, στην ιστορία των ατομικών όπλων, τυφεκίου εφόδου (“assault rifle”), του γερμανικού σχεδιασμού και κατασκευής MP-44/StG-44 και ενός γαλλικού υποπολυβόλου, του MAT-49. H ιστορία του πώς αυτά τα δύο όπλα βρέθηκαν στα χέρια αγωνιστών –ακόμη και ηρώων– της ΕΟΚΑ είναι συναρπαστική. Όχι μόνο λόγω της διαδρομής τους αλλά και λόγω της μεθόδου που χρησιμοποιήθηκε για να ερευνηθούν και να ταυτοποιηθούν: ένα εξ αυτών υπάρχει ακόμη ενώ και η ύπαρξη καταγεγραμμένων (από τους Βρετανούς) καλύκων στη συλλογή του Μουσείου Αγώνος επιβεβαιώνει τη χρήση τους σε επιθετικές ενέργειες της ΕΟΚΑ. Αυτή λοιπόν είναι η ιστορία του γερμανικού τυφεκίου εφόδου ΜP-44 και του γαλλικού υποπολυβόλου ΜΑΤ-49 στα χέρια της ΕΟΚΑ.

Ένα πρωτοποριακό όπλο
Το ΜP-43/44 ή StG-44 (“Sturmgewehr” δηλ. «τυφέκιο εφόδου») υπήρξε το πρώτο τυφέκιο του είδους του, εγκαινιάζοντας προς το τέλος του Β’ ΠΠ την κατηγορία των τυφεκίων εφόδου – που επικράτησαν μεταπολεμικά κι έως τις μέρες μας. Μια κατηγορία όπλων σχεδιασμένη γύρω από την ιδέα ενός ενδιάμεσου πυρομαχικού μεταξύ των διαμετρημάτων του πιστολιού (πιστόλια και υποπολυβόλα) και των τυφεκίων της περιόδου. Δημιούργημα του σπουδαίου Γερμανού σχεδιαστή όπλων Hugo Schmeisser, το ΜP-44 χρησιμοποιήθηκε στα τελευταία χρόνια του πολέμου σε Ανατολικό και Δυτικό Μέτωπο. Με επιλογέα βολής, ικανοποιητική ταχυβολία και το αποτελεσματικό διαμέτρημα των 7.92Χ33 “Κurz” (στα γερμανικά σημαίνει «κοντό»), το ΜP-44 αποτέλεσε ένα πρωτοποριακό για την εποχή του όπλο, η επίδραση του οποίου ενέπνευσε ακόμη και τον Μιχαήλ Καλάσνικοφ, δύο χρόνια μετά το πέρας του πολέμου, να σχεδιάσει το γνωστό σε όλους μας, και πλέον επιτυχημένο παγκοσμίως, AK-47, «Καλάσνικοφ».
Το MP-44 της ΕΟΚΑ
H EOKA, όπως φαίνεται (εμφανείς οι χαρακτηριστικοί «μπανανοειδείς» γεμιστήρες) από τις φωτογραφίες του αρχικού φορτίου οπλισμού που απέστειλε η οργάνωση από την Ελλάδα για τις ανάγκες του ένοπλου αγώνα, χρησιμοποίησε το εν λόγω τυφέκιο εφόδου. Οι αναφορές για το όπλο υπάρχουν και στα απομνημονεύματα του Γ. Γρίβα-Διγενή με την τυποποίηση «4 αυτόματα Στάγερ με 4.000 φυσίγγια». Η οπτική ταυτοποίηση ήρθε μέσω της φωτογραφίας που δημοσιεύουμε σήμερα, για πρώτη φορά στον κυπριακό Τύπο, από ομάδα ανταρτών της ΕΟΚΑ που ποζάρει με τον αρχηγό της οργάνωσης: ένας αγωνιστής, ίσως ο ήρωας Μάρκος Δράκος, το φέρει. Η ύπαρξη όμως ενός MP-44 σε προθήκη της Διοίκησης Καταδρομών (ΔΚΔ) στο Σταυροβούνι συνέτεινε στην ανάγκη περαιτέρω έρευνας. Με αφορμή μια συζήτηση του Γιάννη Ιωάννου με τον καταδρομέα Ευστάθιο Παλαιολόγο, ειδικό σε θέματα ατομικού οπλισμού και αρθρογράφο του εξειδικευμένου Τύπου, ο τελευταίος φωτογράφησε το εν λόγω όπλο και στη συνέχεια τον λόγο είχε η μεθοδολογία του small arms identification. Το MP-44 στη ΔΚΔ φέρει δύο σειριακούς αριθμούς (5317/44 στο όπλο και 5734 στο κοντάκι) και μια σφραγίδα Χ. Από τους δύο σειριακούς αριθμούς αντιλαμβάνεται κανείς πως το κοντάκι είναι μεταγενέστερη προσθήκη από άλλο όπλο. Το 5317 όμως και η σφραγίδα Χ αποκαλύπτουν κάτι πολύ ενδιαφέρον: Πως το όπλο αποτελεί λάφυρο του Κόκκινου Στρατού από τα πεδία μαχών του Ανατολικού Μετώπου. Εξ ου και η σφράγισή του και η αντικατάσταση του κοντακιού (ευπαθές σημείο των ΜP-44 λόγω των πρεσαριστών βιδών και της χρήσης ξυλείας). Το όπλο πάντως είναι κατασκευής του 1944 και το 5317 καταδεικνύει τη συναρμολόγησή του σε εργοστάσιο της Steyer στη σημερινή Αυστρία. Πώς όμως βρέθηκε στα χέρια της ΕΟΚΑ – δεδομένου ότι το όπλο αυτό κατέληξε στον ελλαδικό χώρο; Σε αυτό το σημείο αξίζει να επανέλθουμε στην ιστορική έρευνα για να επισημάνουμε πως καμία γερμανική μονάδα που έδρασε στην Ελλάδα ως δύναμη κατοχής την περίοδο 1941-1944 δεν έφερε τον συγκεκριμένο τύπο όπλου.
Το MP-44 υιοθετήθηκε στα μέσα του 1944 από επίλεκτες μονάδες του γερμανικού στρατού στο Ανατολικό και το Δυτικό Μέτωπo (SS Viking, GrossDeutschland, 16th Panzer, Gebirgsjager) και προς το τέλος του πολέμου (μετά το φθινόπωρο του 1944) από τα σώματα Volksgrenadier. Δεδομένου ότι το όπλο ενώπιόν μας είναι σοβιετικό λάφυρο και πως οι Γερμανοί αποχώρησαν από την Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1944 η πιθανή κατάληξη του εν λόγω τυφεκίου εφόδου στην Ελλάδα πρέπει να ακολούθησε την εξής πορεία: Ανατολικό Μέτωπο – Γιουγκοσλαβία – Ελλάδα – Κύπρος. Στη Γιουγκοσλαβία πολλά σώματα ανταρτών έλαβαν τέτοια λάφυρα από τον Κόκκινο Στρατό ως βοήθεια. Το καταμαρτυρεί και η παρουσία πολλών ΜP-44 στη Γιουγκοσλαβία του Τίτο, μεταπολεμικά. Δεδομένου ότι Γιουγκοσλάβοι παρτιζάνοι συνέδραμαν τους Έλληνες κομουνιστές στον Ελληνικό Εμφύλιο η πιο λογική εικασία που μπορεί να γίνει εδώ είναι πως το όπλο κατέληξε στα χέρια του ΕΣ ως λάφυρο από τον Εμφύλιο. Από εκεί με κάποιον τρόπο περιήλθε στην ΕΟΚΑ.

Η δράση του MP-44 στην Κύπρο
Οι σχετικοί κάλυκες που υπάρχουν στο Μουσείο Αγώνος τεκμηριώνουν τη χρήση ενός ΜΡ-44 σε ενέδρα που εκτέλεσαν μαχητές της ΕΟΚΑ εναντίον των Βρετανών στις 23 Νοεμβρίου 1955. Ανατρέχοντας στον Τύπο της εποχής («Ελευθερία», 26 Νοεμβρίου 1955), πληροφορούμαστε πιο συγκεκριμένα ότι η επιθετική ενέργεια της οργάνωσης πραγματοποιήθηκε εναντίον δύο στρατιωτικών αυτοκινήτων στην περιοχή της Λεύκας. Αποτέλεσμα της ενέδρας ήταν ο θανάσιμος τραυματισμός ενός στρατιώτη, του Kenneth Heyes (της μονάδας Royal Electrical and Mechanical Engineers). Ο Heyes μεταφέρθηκε στο Βρετανικό Στρατιωτικό Νοσοκομείο όπου και υπέκυψε στα τραύματά του.
Ένα ΜP-44 (με σειριακό αριθμό 4798) χρησιμοποιήθηκε επίσης σε άλλη επίθεση της ΕΟΚΑ και πάλι εναντίον βρετανικής στρατιωτικής αυτοκινητοπομπής. Η εφημερίδα «Ελευθερία» (06.02.1955) σημειώνει ότι στις 03.12.1955, κατά τη διάρκεια της μέρας (!), περίπου η ώρα 3 μ.μ., εκτελέστηκε ενέδρα εναντίον δύο στρατιωτικών οχημάτων σε σημείο του 40ού μιλίου της οδού Λεύκας-Πεδουλά. Από την επίθεση του κλιμακίου της ΕΟΚΑ τραυματίστηκαν τρεις Βρετανοί στρατιώτες, εκ των οποίων ο ένας σοβαρά. Οι βρετανικές δυνάμεις προχώρησαν σύντομα στον αποκλεισμό της περιοχής, διεξάγοντας επιχειρήσεις έρευνας. Τελικά οι προσπάθειές τους δεν κατέληξαν στον εντοπισμό των δραστών της επίθεσης, παρά μόνο στην ανεύρεση μερικών κενών καλύκων σφαιρών στον τόπο της ενέδρας. Οι κάλυκες του MP-44 που υπάρχουν στο Μουσείο Αγώνος από τα δύο συμβάντα που περιγράφουμε προέρχονται από την ίδια παρτίδα πυρομαχικών με σφραγίδα “aux” που καταδεικνύει πως κατασκευάστηκαν στο εργοστάσιο Polte Armaturen Maschinenfabrik AG στο Μαγδεμβούργο της Γερμανίας το 1944. Ένδειξη πως η πλειοψηφία των πυρομαχικών του MP-44 που στάλθηκε στην Κύπρο, μαζί με τα εν λόγω όπλα, προέρχεται όντως από το Ανατολικό Μέτωπο.
Μια γαλλική… επιτυχία
Το ΜΑΤ-49 είναι ένα από τα πιο επιτυχημένα όπλα που σχεδίασε, αρχής γενομένης από το 1949, η Γαλλία μεταπολεμικά. Ένα υποπολυβόλο 9mm, αξιόπιστο και εύχρηστο με τη σχεδιαστική καινοτομία να μετακινείται η υποδοχή του γεμιστήρα οριζοντίως, παράλληλα με την κάννη του όπλου, προκειμένου να αποθηκεύεται ή να μεταφέρεται, από αερομεταφερόμενες μονάδες, καταλαμβάνοντας λιγότερο χώρο. Το γαλλικό υποπολυβόλο (δεν έχουμε εντοπίσει να διασώζεται κάποιο στην Κύπρο για να εξεταστεί εκ του σύνεγγυς) αποτέλεσε αγαπημένο όπλο της Λεγεώνας των Ξένων και μονάδων Γάλλων αλεξιπτωτιστών, ενώ το χρησιμοποίησαν και πολλές γαλλικές μονάδες που έδρασαν στις αποικίες. Υπηρέτησε δε τις γαλλικές ένοπλες δυνάμεις για τρεις δεκαετίες μέχρι το 1979 και τη σταδιακή του αντικατάσταση από τα τυφέκια FAMAS. Αξίζει σε αυτό το σημείο να αναφέρουμε πως το ΜΑΤ-49 ταυτίστηκε με ακόμη δύο αντιαποικιακά/εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα. Με τον Πρώτο Πόλεμο της Ινδοκίνας, 1945-1954 («Γαλλικό Βιετνάμ»), και τον αγώνα της Αλγερίας (1954-1962) για ανεξαρτησία από τη Γαλλία. Στην περίπτωση μάλιστα του πολέμου στην Αλγερία πολλά λάφυρα ΜΑΤ-49 από την Ινδοκίνα αποστέλλονταν –μέσω Βορείου Βιετνάμ– σε ένοπλες οργανώσεις Αλγερινών ενώ το όπλο τροποποιήθηκε για να βάλλει και πυρομαχικά σοβιετικής προέλευσης.
To ΜΑΤ-49 στην Κύπρο
Η ενίσχυση της ΕΟΚΑ με γαλλικά υποπολυβόλα ΜΑΤ-49 είναι ευκολότερο να ανιχνευθεί: Το φθινόπωρο του 1956, γαλλικές στρατιωτικές μονάδες πραγματοποίησαν ενδιάμεση στάση στην Κύπρο στο πλαίσιο της επικείμενης γαλλοβρετανικής «Επιχείρησης Σωματοφύλακας» (“Operation Musketeer”) κατά την Κρίση του Σουέζ. Εκείνη ακριβώς την περίοδο, μία αδιευκρίνιστη ποσότητα οπλισμού Γάλλων στρατιωτών πέρασε μέσω κλοπών στα χέρια της ΕΟΚΑ.
Από τα απομνημονεύματα του αγωνιστή της ΕΟΚΑ Γιάννη Νίκα (Αναπολώντας τον Αγώνα του 1955-59, Λευκωσία 2003) πληροφορούμαστε (σελ. 64 και 72) ότι τα μέλη της ΕΟΚΑ στην κοινότητα Άσσια κατόρθωσαν να αποκτήσουν μέσω κλοπής δύο γαλλικά υποπολυβόλα. Μάλιστα, το ένα εκ των δύο όπλων κατόρθωσε να αρπάξει κρυφά, στις 15.12.1956, ο Νικόδημος Χαραλάμπους από αυτοκίνητο Γάλλων στρατιωτών που ήταν σταθμευμένο έξω από κέντρο διασκέδασης του χωριού.
Το πρώτο από τα πιο πάνω υποπολυβόλα χρησιμοποιήθηκε σε επιθετική ενέργεια της ΕΟΚΑ στην περιοχή Άσσιας εναντίον βρετανικών στόχων στις 4 Νοεμβρίου 1956. Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται από τη διασταύρωση στοιχείων που προέρχονται τόσο από βρετανικές όσο και από ελληνικές κυπριακές πηγές. Ειδικότερα, ο Γ. Νίκας αφηγείται στα απομνημονεύματά του (σελ. 65-68) την αποστολή που διεκπεραίωσε δεκαπενταμελής ένοπλη ομάδα της ΕΟΚΑ, η οποία αποτελείτο από μαχητές από τις κοινότητες Φρενάρους, Άσσιας, Βατυλής και Άρσους. Οι μαχητές της οργάνωσης σχημάτισαν τρεις υποομάδες. Τα κλιμάκια αυτά εκτέλεσαν ενέδρα εναντίον βρετανικής αυτοκινητοπομπής στην άκρη της κοινότητας Άσσιας, στην κύρια οδική αρτηρία Λευκωσίας-Αμμοχώστου. Η επίθεση διεκπεραιώθηκε με τη χρήση Sten, ΜΑΤ-49, κυνηγετικών τυφεκίων και χειροβομβίδων. Η τακτική που εφάρμοσαν οι επιτιθέμενοι ήταν τυπική της μεθόδου hit-and-run που περιλαμβάνεται στις τακτικές του ανταρτοπολέμου και που με επιτυχία χρησιμοποίησε η ΕΟΚΑ στη δράση της. Συνεπακόλουθα, μόλις ο επικεφαλής έδωσε το σύνθημα της αποχώρησης, οι μαχητές απαγκιστρώθηκαν μεταβαίνοντας σε προκαθορισμένο σημείο συγκέντρωσης και ακολούθως διεσπάρησαν σε διαφορετικά σημεία απόκρυψης.

Η διεξαγωγή της πιο πάνω επιχείρησης και η χρήση σε αυτήν ενός ΜΑΤ-49 επαληθεύεται και από τον εντοπισμό σχετικού αρχειακού υλικού. Στο αρχείο του Μουσείου Αγώνος υπάρχουν κάλυκες που περισυλλέχθηκαν από τους Βρετανούς μετά το πέρας της ενέδρας που διεξήγαγε η ΕΟΚΑ. Μεταξύ αυτών και κάλυκες από σφαίρες των 9mm, γαλλικής προέλευσης του 1951, που βλήθηκαν από το υποπολυβόλο ΜΑΤ-49. Επίσης, στο κουτί όπου βρίσκονται τοποθετημένοι οι κάλυκες, η βρετανική πλευρά σημειώνει ότι η επίθεση της ΕΟΚΑ οδήγησε στον θάνατο του λοχία Kenneth H. Spragg (της μονάδας Royal Signals).
Το ΜΑΤ-49 συνδέεται και με τη δράση δύο ηρώων της ΕΟΚΑ, οι οποίοι έπεσαν μαχόμενοι σε ένα από τα γνωστότερα στρατιωτικά γεγονότα της τετραετίας 1955-1959, της Μάχης του Αχυρώνα στο Λιοπέτρι (2 Σεπτεμβρίου 1958). Και πάλι τα απομνημονεύματα του Γ. Νίκα είναι διαφωτιστικά (σελ. 183, 184, 195, 204): στους ήρωες Ηλία Παπακυριακού και Φώτη Πίττα προμήθευσαν όπλα αυτού του τύπου οι αγωνιστές του κλιμακίου της ΕΟΚΑ στην Άσσια. Μάλιστα, στη Μάχη του Αχυρώνα ο ήρωας Ηλίας Παπακυριακού χειριζόταν το γαλλικό αυτό όπλο. Τη συγκεκριμένη πληροφορία επιβεβαιώνει και η εμμάρτυρη κατάθεση του λοχία της Αποικιακής Αστυνομίας Harold Jacobs (βλ. σελ. 5 της θανατικής ανάκρισης για τη Μάχη του Αχυρώνα στο Κρατικό Αρχείο): “The deceased was clutching a French automatic gun” («ο νεκρός κρατούσε σφικτά ένα γαλλικό αυτόματο όπλο»). Επίσης, ο συνάδελφός του λοχίας της Αστυνομίας Arthur L. Uden κατέθεσε ότι: “In his right hand was a French M.A.T. submachine gun” («στο δεξί του χέρι [εννοεί του Ηλία Παπακυριακού] βρίσκονταν ένα γαλλικό υποπολυβόλο Μ.Α.Τ.»).
«Εξωτική» πτυχή στην ιστορία των ατομικών όπλων
Αναμφίβολα η ύπαρξη αυτών των δύο τύπων όπλου στο οπλοστάσιο της ΕΟΚΑ αποτελεί μια «εξωτική» πτυχή στην ιστορία των ατομικών όπλων με τα οποία ο μαχητής της ΕΟΚΑ κλήθηκε να φέρει εις πέρας την αποστολή του. Κι αυτό διότι τα εν λόγω όπλα διαφοροποιούνται σημαντικά και ως προς την προέλευσή τους σε σχέση με τα «κοινά» όπλα της εποχής (Sten, Bren, Thompson, Lee Enfield – όλα σε χρήση από τον Βρετανικό Στρατό που έδρασε στην Ελλάδα την περίοδο 1940-1949) αλλά κι αναφορικά με το πώς κατέληξαν στα χέρια της οργάνωσης. Αρκεί κανείς να αναλογιστεί πως το MP-44 που ταυτοποιήσαμε, πολέμησε, πολύ πιθανόν, στα χέρια ενός Γερμανού στρατιώτη εναντίον των Σοβιετικών στο Ανατολικό Μέτωπο, από εκεί πέρασε στα χέρια ενός Γιουγκοσλάβου παρτιζάνου εναντίον ίσως αποχωρούντων Γερμανών και στη συνέχεια εναντίον του Ελληνικού Στρατού κι από εκεί κατέληξε στα χέρια ενός Έλληνα Κύπριου αγωνιστή εναντίον των Βρετανών. Μια «συναρπαστική» διαδρομή αν μη τι άλλο.
Επιπλέον τόσο το γερμανικό MP-44 όσο και το γαλλικό ΜΑΤ-49 για τον χωροχρόνο δράσης τους στην Κύπρο πρέπει να αποτελούσαν και game-changers δεδομένης της αξιοπιστίας τους συγκριτικά με ένα Sten ή ένα Thompson –με το MP-44 να έχει φυσικά περιορισμούς εφόσον ήταν «καταδικασμένο» σε αχρησία (λόγω της αδυναμίας εξεύρεσης πυρομαχικών αν κι εφόσον αυτά εξαντλούνταν). Επιπλέον, κοιτώντας απλώς τη φωτογραφία των αγωνιστών (με ένα MP-44, ένα Bren κι ένα Thompson) συνειδητοποιεί κανείς και τις ανυπέρβλητες δυσκολίες που συναντούσε ένας αγώνας σαν κι αυτόν της ΕΟΚΑ από σκοπιάς λογιστικής υποστήριξης και επιμελητείας – όπου μια μαχητική ομάδα ουσιαστικά χρησιμοποιεί όπλα τριών διαφορετικών διαμετρημάτων (8mm, .303 και 0.45 ACP αντίστοιχα).

Σε κάθε περίπτωση, όμως, η καταγραφή ενός κομματιού της ιστορίας του αγώνα της ΕΟΚΑ που εδράζεται στο οπλοστάσιό της αποτελεί ένα ιδιαίτερο πεδίο εξερεύνησης της ίδιας της οργάνωσης, των μεθόδων που χρησιμοποιούσε και των μέσων με τα οποία επιχειρούσε. Τα όπλα λένε πάντα κάποια ιστορία. Ταυτόχρονα όμως είναι και αποδεικτικά στοιχεία. Ο συνδυασμός, συνεπώς, της ιστορίας χρήσης τους αλλά και της ταυτοποίησής τους με σύγχρονα ερευνητικά εργαλεία καθώς και τεχνική κατάρτιση αποτελεί ένα πεδίο ανεξάντλητης έρευνας για την περίοδο 1955-1959 και συνάμα μια καλή ευκαιρία για να καταγραφούν και να διασωθούν αυτά τα όπλα ως ιστορικά, συλλεκτικά αντικείμενα, αλλά και ως πολύτιμα κειμήλια της σύγχρονης ιστορίας της Κύπρου.
Των Γιάννη Ιωάννου και Ανδρέα Κάρυου
To κείμενο δημοσιεύτηκε αρχικά στην εφημερίδα “Πολίτης”.